11/06/2007

Συνέχεια άγνωστης συζήτησης ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ-ΤΕΡΙΑΝΤ 15

Ο "Ανθυπολοχαγός της Αλβανίας"ωστόσο, γίνηκε δεκτός θριαμβευτικά...

-Μόνο που τον βαραίνουν ελαττώματα,ανάλογα η και περισσότερα από άλλα παλαιότερα ποιήματά μου.Φοβούμαι οτι και εδώ,το θέμα είναι που παρασύρει.Όσο για μένα,ο "Ανθυπολοχαγός", δεν θα είχε νόημα αν δεν ερχόταν να συνεχίσει και να συνενώσει δύο προσπάθειες που είχαν φανερωθεί στον πρώτο κύκλο των ποιημάυων μου.Από τη μια μεριά να δημιουργηθεί μέσα στον νεοελληνικό κόσμο ένας μύθος, με "τύπους" ανθρώπων και τοπίων,αντικειμενικά πραγματοποιημένους. Απο την άλλη, να βρεθούν οι "αντιστοιχίες των τύπων" αυτών μέσα στον ηθικό κόσμο.Αυτό έξω απο κάθε συμβατική χροιά που μπορεί να έχει ο όρος του "ηθικού" μέσα σε ένα λεξιλόγιο καταδικασμένο.

-Υπερβολικά περιεκτικές οι τελευταίες αυτές φράσεις.Θα είχατε τη διάθεση να αναλύσετε το περιεχόμενό τους,φέρνοντας αν είναι δυνατόν και μερικά παραδείγματα?

-Θυμηθείτε αυτό που σας είπα στην αρχή... Ο ποιητής η ζητεί να αγνοήσει τη μοναξιά του,και τότε αργά η γρήγορα εξουδετετρώνεται απο αυτήν. Η την μεταμορφώνει και την κατοικεί.Φτιάχνει δικά του πλάσματα,Θεούς,φίλους να του μιλήσουν,τόπους,γιορτές , να χωρέσουν την ανάγκη του να κινηθεί και να ζήσει. Είναι η πιό κοντινή στη δημιουργία, θέση του αυτή.Αναλογισθείτε τώρα τη μοναξιά του Ελληνισμού του σημερινού..., δεν ειναι η πιο κοντινήστη μοναξιά του ποιητήη πιο συγγενική του κατάσταση?Για μένα είναι μια ταύτιση που φωνάζει απο μακρυά.Ποτέ σύνολο δε βρέθηκε τόσο στερημένο απο στηρίγματα,αρπαγμένο απο τη φύση του,βαλμένο να μιλάει με τα άψυχα όσο το δικό μας.Η εποχή μας λοιπόν,όντας αρκετά προχωρημένη ώστε η παλιά εξατομίκευση της έμπνευσης να μην έχει νόημα πιά,(ενδιαφέρει κανέναν η εξύμνηση της γυναίκας που αγαπώ?)ενόμισα οτι η υποκατάσταση στη μοίρα του συνόλου που ανήκω,της ατομικής μου μοίρας του ποιητή,όχι μόνο μπορούσε,αλλα και έπρεπε να γίνει,ακολουθώντας τον ίδιο μηχανισμό.Τη μεταμόρφωση και την αναγωγή των στοιχείων του κόσμου σε μία ιδανική σύνθεση...




Η συζήτηση αυτή η οποία δεν εχει δεί το φώς της δημοσιότητας ακόμη, έγινε την άνοιξη του 1951, μεταξύ Ρώμης και Παρισίων.