3/04/2008

Κλεμένα Εργα Τέχνης

Τρίτη, Μάρτιος 04, 2008

Τα ωραία έργα τέχνης όμορφα «καίγονται»

Είναι πολλά τα λεφτά, θα μπορούσε να πει κανείς αναφερόμενος στην πώληση κλεμμένων έργων τέχνης ανά τον κόσμο. Το FBI υπολογίζει πως η παράνομη διακίνηση αποφέρει περί τα έξι δις δολλάρια και η Ιντερπόλ έχει καταγράψει 30.000 αντικείμενα στην ειδική βάση δεδομένων. Επομένως, η ανάκτηση των τεσσάρων πινάκων που κλάπηκαν από τη Ζυρίχη (έργα των Σεζάν, Ντεγκά, Μονέ και Βαν Γκογκ) είναι εξαιρετικά αμφίβολη. Αν και, πολλές φορές η τύχη δεν είναι με το μέρος των ληστών.
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, τα περίφημα και εύθραυστα έργα τέχνης, περνάν από δεκάδες χέρια εγκληματιών προτού επιστραφούν στους αρχικούς τους ιδιοκτήτες. Οπως λένε ειδικοί περί το θέμα, δεν είναι δυνατόν να εμφανιστούν στην αγορά, καθώς έχουν καταγραφεί ως κλεμμένα. Επομένως, οι παράνομοι ιδιοκτήτες τους θα τα κρατήσουν για περίπου δέκα χρόνια και στη συνέχεια θα ζητήσουν χρήματα προκειμένου να τα επιστρέψουν ή θα τα μπερδέψουν με το εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, όπου θα τα κρατούν ως ενέχυρα, «κρατώντας» ταυτοχρόνως ο ένας τον άλλον.
Υπάρχει και η πιθανότητα κάποιος συλλέκτης, γκαλερίστας ή μέλος οίκου δημοπρασιών, εν γνώσει ή εν αγνοία του για το ότι είναι κλεμμένα, να προσπαθήσει να τα διοχετεύσει στην αγορά ως «λανθάνοντα» έργα των δημιουργών τους, χρησιμοποιώντας πλαστά πιστοποιητικά προέλευσης. Σε αυτή την περίπτωση, η οργάνωση «Μητρώο χαμένων έργων τέχνης» παρεμβαίνει αποτελεσματικά, καθώς οι ενδιαφερόμενοι δεν έχουν παρά να συμβουλευθούν τη βάση δεδομένων της. Εργα που έχουν κλαπεί και έχουν «περαστεί» στη βάση αυτή δεν αφαιρούνται ποτέ, εκτός εάν οι νόμιμοι κάτοχοι ενημερώσουν ότι επανακτήθηκαν.
Η βόρεια Κύπρος, το κατεχόμενο δηλαδή τμήμα του νησιού, και η Ταϊβάν είναι τα δύο μέρη του κόσμου όπου καταλήγουν κλεμμένα έργα τέχνης, καθώς η κρατική τους υπόσταση είναι αδύναμη. Επίσης, δεν ισχύουν οι διεθνείς συνθήκες για την έκδοση καταζητούμενων, αφού δεν έχουν κυρωθεί από τους συγκεκριμένους.
Εδώ θα πρέπει να ανοίξουμε μια παρένθεση και να πούμε ότι το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου αποτελεί, φυσικά, παράδεισο και για τις κλεμμένες αρχαιότητες του νησιού. Διακινούνται προς το εξωτερικό χωρίς πρόβλημα, αποστερώντας τη μεγαλόννησο από ισχυρά σημάδια του παρελθόντος της.
Μονάχα 15 με 30% από τα «διάσημα» έργα τέχνης επιστρέφουν στους κατόχους τους. Οπως εκτιμούν οι εκπρόσωποι του «Μητρώου χαμένων έργων τέχνης» πολλά μεταπωλούνται σε υποπολλαπλάσιες τιμές, χωρίς οι νέοι ιδιοκτήτες να γνωρίζουν την πραγματική τους αξίας. Δεν είναι λίγες οι φορές που οικογένειες ολόκληρες, οι οποίες είχαν αγοράσει με καλή πίστη πίνακες ή γλυπτά ανακαλύπτουν εκατό χρόνια μετά πως είχαν στα χέρια τους αληθινούς θησαυρούς. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα έργα βαφτίζονται «λανθάνοντα» και ξαναβγαίνουν στην αγορά. Σε άλλες περιπτώσεις, όμως, είναι τόσο γνωστά, ώστε εκείνοι που τα έκλεψαν τα καταστρέφουν, για να μη συλληφθούν με αυτά.
Η Σκότλαντ Γιαρντ δίνει και μια ακόμη διάσταση στο θέμα. Συχνά, λένε αξιωματούχοι της, ένας πίνακας χρησιμοποιείται και για τη μεταφορά μεγάλων ποσών εκτός χώρας. Οι τελωνειακοί δεν είναι κριτικοί τέχνης. Επομένως, μπορεί ο καθένας να προσπαθήσει να περάσει πίνακες αξίας εκατομμυρίων λέγοντας ότι είναι πάμφθηνοι. Στη συνέχεια, τους δίνει αντί για τα χρήματα που χρωστά από όπλα, ναρκωτικά και άλλες παράνομες δραστηριότητες. Ακόμα πιο εύκολο είναι να μεταφέρει κάποιος κλεμμένα νομίσματα που κοστίζουν, φερ’ ειπείν, 10.000 στερλίνες το καθένα. Απλώς, γεμίζει με αυτά τις τσέπες του.
Ας δούμε ανάγλυφα τι μπορεί να συμβεί, με την εξιστόρηση πραγματικών γεγονότων: Δύο πίνακες του σπουδαίου Βρετανού ζωγράφου Τέρνερ, «Η σκιά και το σκοτάδι» και το «Φως και χρώμα» που ανήκαν στην Τέιτ Γκάλερι εκλάπησαν το 1994 ενώ βρίσκονταν σε έκθεση στη Φραγκφούρτη. Η αξία τους, έφτανε τα 50 εκατομμύρια δολάρια. Παρέμειναν στη Γερμανία και χρησιμοποιήθηκαν ως ενέχυρο για ναρκωτικά. Ενα χρόνο μετά οι ληστές συνελήφθησαν, αρνήθηκαν όμως να αποκαλύψουν πού βρίσκονται οι πίνακες. Στην κλοπή ήταν ανακατεμμένος και ένας Σέρβος ζωγράφος, ο Αρκάν.
Το 2000, έξι μήνες μετά την αυτοκτονία του Αρκάν, ο πρώτος πίνακας επεστράφη στην Τέιτ. Το γεγονός κρατήθηκε μυστικό μέχρι το 2002 οπότε επεστράφη και ο δεύτερος. Εγινε γνωστό- αλλά η Τέιτ ποτέ δεν το επιβεβαίωσε- πως δόθηκαν 3,5 εκατ ευρώ στη Γερμανία, διότι έπρεπε να πληρωθούν πολλοί πληροφοριοδότες, οι οποίοι οδήγησαν στην εύρεση των πινάκων.
Αν τα «επώνυμα» έργα τέχνης επιστρέφονται στους ιδιοκτήτες μέχρι και 30%, όσοι χάνουν πίνακες, γλυπτά ή αρχαία μικρότερης αξίας από τα αρχοντικά τους, υφίστανται πανωλεθρία. Μόλις το 1% από αυτές τις «μικρές» κλοπές επιστρέφει. Επίσης, ένα γλυπτό μικρής αξίας, με «πλούσιο» υλικό όμως, έχει και αυτό τη θέση του στην παράνομη αγορά. Κλασικό παράδειγμα, ένα γλυπτό του Χένρι Μουρ, βάρους δύο τόνων. Η αξία του δεν υπερέβαινε τις 6.000 στερλίνες. Θα χρησιμοποιηθεί, κατά πάσα πιθανότητα, για την κατασκευή πλαστών «αρχαίων» νομισμάτων και άλλων μπρούτζινων αντικειμένων και θα αποφέρει πολλαπλάσια.
Στη λίστα επίσης υπάρχουν μερικές δεκάδες έργα της συλλογής Αλέξανδρου Ιόλα που έκαναν φτερά, πρίν προλάβει να κλείσει τα μάτια του...

**************
Οι μεγαλύτερες κλοπές της εικοσαετίας

Δεκατρείς μεγάλες κλοπές έργων τέχνης έχουν γίνει τα τελευταία είκοσι χρόνια ανά τον κόσμο. Από τα έργα που εξαφανίστηκαν πολλά είναι, κατά μια περίεργη σύμπτωση, έργα του μεγάλου Ολλανδού ζωγράφου Βίνσεντ Βαν Γκογκ και άλλα, κατά επίσης περίεργη σύμπτωση, του Πικάσο.

-Δεκέμβριος 1988: ληστές κλέβουν τρεις πίνακες του Βαν Γκογκ, εκτιμώμενης αξίας 70- 90 εκατομμυρίων ευρώ από το μουσείο «Κρέλερ- Μουέλερ» της Ολλανδίας. Η αστυνομία εντοπίζει τους πίνακες χρόνια αργότερα.

-Μάρτιος 1990: η μεγαλύτερη κλοπή έργων τέχνης στην ιστορία της Αμερικής. Δύο άνδρες ντυμένοι με στολές αστυνομικών αφαιρούν πίνακες αξίας 300 εκατομμυρίων δολαρίων από του Μουσείο Γκάρντνερ της Βοστώνης. Βερμέερ, Ρέμπραντ και Μονέ που δεν επεστράφησαν ποτέ.

-Απρίλιος 1991. Κλοπή στο μουσείο Βαν Γκογκ του Αμστερνταμ. Είκοσι πίνακες αξίας τουλάχιστον δέκα εκατομμυρίων ευρώ ο καθένας. Εντοπίζονται μια ώρα αργότερα στο αυτοκίνητο που είχαν χρησιμοποιήσει οι κλέφτες για τη διαφυγή τους.

-Οκτώβριος 1994. Επτά πίνακες του Πικάσο, αξίας περίπου 44 εκατομμυρίων δολλαρίων κάνουν φτερά από μια γκαλερί στη Ζυρίχη. Εντοπίζονται και πάλι το 2000.

-Δεκέμβριος 2002: δυο άντρες μπαίνουν από την οροφή του Μουσείου Βαν Γκογκ στο Αμστερνταμ και κλέβουν δύο πίνακες αξίας 30 εκατομμυρίων δολαρίων. Ενα χρόνο μετά τους συλλαβάνουν και τους καταδικάζουν, αλλά εκείνοι μέχρι σήμερα αρνούνται να αποκαλύψουν πού είναι οι πίνακες.

-Μάιος 2003: ένας άνδρας αφαιρεί μια επιχρυσωμένη αλατιέρα του 16ου αιώνα, έργο του Μπ. Τσελίνι, αξίας 69,3 εκατ. δολαρίων από το Μουσείο της Τέχνης στη Βιένη. Το έργο εντοπίζεται λίγο αργότερα.

-Αύγουστος 2003: δύο άνδρες που παρακολουθούν ξενάγηση σε κάστρο της Σκωτίας κλέβουν έναν Βαν Γκογκ αξίας 65 εκατ δολαρίων. Το έργο ξαναβρίσκεται τέσσερα χρόνια μετά.

-Αύγουστος 2004: από το μουσείο Μουνκ στο Οσλο της Νορβηγίας, ληστές κλέβουν την περίφημη «Κραυγή» και μια «Μαντόνα» του, αξίας 141 εκατ δολαρίων. Τα έργα επιστρέφουν δύο χρόνια μετά.

-Φεβρουάριος 2006: Πίνακες Ματίς, Πικάσο, Μονέ και Νταλί εξαφανίζονται από μουσείο του Ρίο Ντε Τζανέιρο στη Βραζιλία, κατά τη διάρκεια εορτασμών για το καρναβάλι. Οι τοπικές αρχές εκτιμούν ότι η αξία τους ανέρχεται σε περίπου 50 εκατομμύρια δολάρια.

-Φεβρουάριος 2006: περί τα 300 μουσειακά αντικείμενα (ασημικά, πίνακες, ρολόγια) η αξία των οποίων εκτιμάται σε 142 εκατομμύρια δολάρια, «φεύγουν» από το μουσείο Ράσμπερι στη νότια Αγγλία- είναι η μεγαλύτερη κλοπή που έγινε ποτέ στη χώρα.

-Φεβρουάριος του 2007: στο σπίτι της εγγονής του Πικάσο στο Παρίσι, οι κλέφτες μπαίνουν νύχτα και αφαιρούν δύο πίνακες και ένα σκίτσο του, συνολικής αξίας, 66 εκατομμυρίων δολαρίων. Αργότερα, οι κλέφτες προσπάθησαν να πωλήσουν τα κλοπιμαία και συνελήφθησαν.

-Δεκέμβριος 2007: τρεις κλέφτες μπαίνουν σε μουσείο του Σάο Πάολο, κλέβουν έναν Πικάσο 50 εκατομμυρίων δολαρίων και μικρότερους πίνακες που ευτυχώς, εντοπίζονται λίγο μετά.

-Φεβρουάριος 2008: Σεζάν Ντεγκά, Βαν Γκογκ και Μονέ αφαιρούνται από γκαλερί της Ζυρίχης. Η αξία τους υπολογίζεται σε 163, 2 εκατομμύρια δολάρια.