Οι «άγιοι» αστέρες
Από τις πιο αμφιλεγόμενες φιγούρες που γέννησε ο χώρος της τέχνης, ο Αντι Γουόρχολ εξακολουθεί να μας ιντριγκάρει με το έργο του 12 χρόνια μετά τον θάνατό του. Παρόλο που ήταν τόσο διάσημος και εκκεντρικός ώστε τα έργα του να αναγνωρίζονται σε όλα τα σημεία του πλανήτη (οι κονσέρβες Campbell Soup, τα κουτιά Brillo ή τα χαρτονομίσματα του δολαρίου), η νέα έκθεση «Warhol/Icon: Η Δημιουργία της Εικόνας» έρχεται να μας φωτίσει μια άγνωστη πτυχή του και να επιβεβαιώσει τον έξυπνο γρίφο που ο ίδιος ο Γουόρχολ έχει στήσει γύρω από τον εαυτό του.
Γιος μιας φτωχής οικογένειας μεταναστών από ένα χωριό της σημερινής ανατολικής Σλοβακίας, ο Γουόρχολ γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ και μεγάλωσε σε μια φτωχογειτονιά του Σόχο. Με το βάρος της κοινωνικής ανασφάλειας και αρκετά δυστυχισμένος ως παιδί, περνούσε τον περισσότερο χρόνο στο δωμάτιό του, όπου άρχισε να λατρεύει τους ήρωες των κόμικ, τη ζωγραφική και αργότερα τους διάσημους σταρ του κινηματογράφου. Ηταν όμορφος, φοβερά ντροπαλός και, ωστόσο, αρκετά δημοφιλής. Η σχολική επετηρίδα του έγραψε για αυτόν: «Ο Αντι ήταν μοναδικός σαν δαχτυλικό αποτύπωμα».
Καθώς οι γονείς του ήταν χριστιανοί, η πρώτη του επαφή με την τέχνη ήταν το τέμπλο του ναού και οι βυζαντινές εικόνες της βυζαντινής ελληνικής Καθολικής Εκκλησίας του Πίτσμπουργκ, όπου πήγαινε κάθε Κυριακή με την οικογένεια του ανελλιπώς. Οι βυζαντινές εικόνες τον εντυπωσίαζαν: Η θρησκευτική λατρεία και η εξύψωση ενός απλού προσώπου σε μια εξιδανικευμένη εικόνα, σε έναν άγιο, θα τον ακολουθήσουν για πάντα στη ζωή του. Αυτήν τη μεταμόρφωση ενός ανθρώπου σε σύμβολο εικόνα θα την ψάξει ο ίδιος μέσα από την εμμονή του με τη διασημότητα και τη δόξα.
Λίγες μέρες πριν από τα επίσημα εγκαίνια της έκθεσης, στεκόμαστε στην αυλή του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου με την Ελισάβετ Λύρα, εμπνευστή της έκθεσης και ιδιοκτήτρια της γκαλερί Πότνια Θηρών και τον Πολ Μοορχάους, γνωστό μελετητή του Γουόρχολ και επιμελητή της έκθεσης. Μια πολύβουη ομάδα Ελλήνων και Αγγλων κατεβάζουν και τοποθετούν τα έργα του Γουόρχολ στον χώρο της έκθεσης. Μόλις έχουν φτάσει στο μουσείο και όλοι φαίνονται ενθουσιασμένοι.
H ιδέα για αυτήν την έκθεση γεννήθηκε από την Ελισάβετ Λύρα όταν είχε δει ένα έργο αρκετά διαφορετικό από τα υπόλοιπα: Αναπαριστούσε ένα κεφάλι αγοριού φτιαγμένο από φύλλα χρυσού, φανερώνοντας τις βυζαντινές επιρροές του. Αυτή ήταν η αφορμή για το όραμα μιας έκθεσης η οποία θα συσχέτιζε τη βυζαντινή εικόνα με τα σύγχρονα πορτρέτα του Γουόρχολ. Επί τέσσερα χρόνια η Ελισάβετ Λύρα εργάστηκε πυρετωδώς και σήμερα, σε συνεργασία με την γκαλερί Haunch of Venison, πραγματοποιείται μια διπλή έκθεση στο μουσείο και την γκαλερί «Πότνια Θηρών».
Τα πορτρέτα του καλύπτουν τρεις δεκαετίες -από τα 60’s μέχρι τα τέλη των 80’s- και χωρίζεται σε τρεις ενότητες: Φήμη, λεφτά και θάνατος.
Ο Γουόρχολ είχε εμμονή με τη φήμη και τους διάσημους ανθρώπους. Στα 60’s τα πορτρέτα του είναι πιο απλά, σχεδόν φωτογραφικά. Ομως, όσο μπαίνουμε στα 70’s τα πρόσωπα γίνονται όλο και πιο ζωγραφισμένα και τόσο ωραιοποιημένα που θυμίζουν μάσκες. Με αυτόν τον τρόπο, ο καλλιτέχνης εκθέτει και αναλύει τη διαδικασία της φήμης: Οσο πιο διάσημο γίνεται ένα πρόσωπο τόσο πιο πολύ απομακρύνεται από τον εαυτό του. Το πραγματικό πρόσωπο επισκιάζεται και μεταμορφώνεται σταδιακά σε μια γκλάμορους, εικονική αναπαράσταση. Μέσα από την έκθεση των μίντια, του κινηματογράφου ή της τηλεόρασης, ένας απλός, συνηθισμένος άνθρωπος μεταμορφώνεται σε μια διάσημη εικόνα, σε ένα σύμβολο το οποίο ο κόσμος λατρεύει ? όπως ακριβώς είχε δει να συμβαίνει στις βυζαντινές εικόνες με τους αγίους. Με τον ίδιο τρόπο, ο Γουόρχολ αγιοποιεί και εξυψώνει τις μεγάλες διασημότητες του κινηματογράφου, της ιστορίας, της πολιτικής και του ποδοσφαίρου, οι οποίοι του δανείζουν το διάσημο πρόσωπό τους: Τζάκι Κένεντι, Μέριλιν Μονρό, Μάο, Ελβις Πρίσλεϊ, πριγκίπισσα Νταϊάνα, Λάιζα Μινέλι, Ιόλας.
«Ο Γουόρχολ, μέσα από τα έργα του, εκθέτει την τραγική πλευρά της φήμης. Και αυτό είναι ένα από τα στοιχεία που κάνει αυτή την έκθεση τόσο σχετική με την εποχή μας και όλη αυτή την εμμονή με τη διασημότητα. Τα έργα του μας υπενθυμίζουν ότι η φήμη έρχεται με το τίμημά της», σχολιάζει ο επιμελητής της έκθεσης. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο τελευταίος χώρος με τα πορτρέτα που ζωγράφιζε ο Γουόρχολ στα 80’s είναι πιο σκοτεινός και έχει ως θέμα τον θάνατο. Στο τελευταίο αυτό δωμάτιο, το πραγματικό πρόσωπο και η ταυτότητά του έχει εξαφανιστεί εντελώς· εδώ βλέπουμε, πρώτα από όλα, το πορτρέτο του ίδιου του Γουόρχολ, μετά της Μέριλιν, του Στάλιν και τoυ Μέγα Αλέξανδρου. «Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι ο Γουόρχολ ενδιαφερόταν μόνο για το γκλάμουρ και το χρήμα», συμπληρώνει ο επιμελητής. «Αυτή η έκθεση αποκαλύπτει το βάθος και την ουσία του καθώς μέσα από τα έργα του ξεσκεπάζει την περίπλοκη διαδικασία προς τη διασημότητα. Πίσω από την εκκεντρική persona του Γουόρχολ, κρύβεται ένας σοβαρός καλλιτέχνης».
Στον αντίποδα της έκθεσης «Warhol/Icon» βρίσκονται τα κινηματογραφικά πορτρέτα του «Warhol: Screen Tests». Εκατό από τα κινηματογραφικά τρίλεπτα φιλμάκια που είχαν γυριστεί στο μυθικό Factory προβάλλονται στην γκαλερί «Πότνια Θηρών» στην πληρέστερη έκθεση που έχει γίνει ποτέ μέχρι σήμερα. To ασημένιο εργαστήριο του Γουόρχολ, το Factory, ήταν δημοφιλές σε όλους τους αβανγκάρντ καλλιτέχνες της νεϋορκέζικης σκηνής ως ένας χώρος σεξουαλικής και καλλιτεχνικής ελευθερίας. Εκεί ο Γουόρχολ δούλευε πυρετωδώς τα πορτρέτα του, γύριζε ταινίες και έκανε δοκιμαστικά screen tests κινηματογραφώντας πολλά διαφορετικά πρόσωπα. Από το 1964-66 υπολογίζεται ότι 189 άτομα πόζαραν στην κάμερά του ?από τους Ντένις Χόπερ, Λου Ριντ και Νταλί ώς τις Νίκο, Σέτζγουικ κ.ά. Αυτό που τους ζητούσε ήταν να μείνουν ακίνητοι και να κοιτάνε απλώς την κάμερα χωρίς να κάνουν τίποτα απολύτως, παρά μόνο να είναι ο εαυτός τους.
«Σε αυτά τα έργα βλέπουμε πόσο σημαντικός καλλιτέχνης είναι. Απογυμνώνει με τον φακό του τα πρόσωπα που κινηματογραφεί εκφράζοντας σε βάθος την ευάλωτη φύση τους. Αυτά τα εσωτερικά πορτρέτα βρίσκονται στην αντίθετη όχθη από εκείνα που εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο», σχολιάζει η Ελισάβετ Λύρα για τα screen tests.
Στην ερώτηση μας τι ήταν τελικά αυτό που την ενέπνευσε να οργανώσει αυτές τις δύο εκθέσεις του Γουόρχολ μάς αναφέρει την κρυφή θρησκευτικότητά του, τη βυζαντινή του ταυτότητα -ο Γουόρχολ πήγαινε κάθε μέρα στην εκκλησία όλη τη ζωή του, όπως τους αποκάλυψε ο 88χρονος αδελφός του- αλλά και φυσικά τη σημαντικότητά του ως καλλιτέχνη. Η Ελισάβετ Λύρα, που έχει διατελέσει διευθύντρια στο ελληνικό παράρτημα του οίκου Christie’s, θυμάται: «Οταν ήμουν 26 χρονών, με πήρε τηλέφωνο ο Ιόλας για να μου πει ότι θα παρουσιάσει τον -Μυστικό Δείπνο- του Γουόρχολ στην γκαλερί του. Ως τραγική ειρωνεία, ήταν και το τελευταίο έργο του».-