11/25/2009

Αγνωστο το μέλλον της συλλογής Ιόλα
Σύμφωνα με πηγές της «K» η αξία των έργων εκτιμάται σε 833 εκατ. δρχ. αντί των αρχικών 118 εκατ.

Μαργαρίτα Πουρνάρα

Πολλή φασαρία για το τίποτα ή μήπως κάτι τρέχει τελικά; Τα ερωτήματα που έφερε στην επιφάνεια η υπόθεση των συλλογών του Αλέξανδρου Ιόλα είναι σίγουρα πολλά. Αν ψάχνει να βρει κανείς τι απέγιναν οι θησαυροί που είχε ο Ιόλας σπίτι του, δεν θα βρει απαντήσεις. Αν όμως ασχοληθούμε με τα υπάρχοντα έργα, τους νόμιμους κληρονόμους και τη μελλοντική μοίρα τους, εκεί διαφαίνονται ελπίδες λογικής συγκόλλησης των γεγονότων.

Η όλη υπόθεση ανακινήθηκε ύστερα από τις προσπάθειες που κάνουν οι δύο ανιψιές, νόμιμοι κληρονόμοι του συλλέκτη, να ρυθμίσουν τις εκκρεμότητες που έχουν με το ελληνικό Δημόσιο, ώστε να περιέλθουν πια στην κατοχή τους οι συλλογές των σύγχρονων έργων τέχνης του Ιόλα. Τα έργα αυτά -144 ή 151 ή 200, κανείς δεν ξέρει ούτε πόσα ούτε ποια, αφού ούτε η εφορία ούτε η Εθνική Πινακοθήκη δίνουν τη λίστα- έχουν αποθηκευτεί εδώ και πολλά χρόνια σε χώρους της ιδιωτικής εταιρείας του Ορφέα Βεϊνόγλου στη Μάνδρα Αττικής, γι' αυτό άλλωστε και δεν λεηλατήθηκαν. Αν και πολλοί πίστευαν ότι παρέμειναν εκεί μέχρι να φορτωθούν σε νταλίκες στο εξωτερικό, η αλήθεια είναι ότι απλώς φυλάσσονται και μέχρι στιγμής η εταιρεία του Βεϊνόγλου δεν έχει πάρει εντολή για να τα στείλει κάπου.

Η εκτίμηση

Πολλά από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ασχολήθηκαν με το θέμα κατηγορώντας τις οικονομικές αρχές πως δεν εκτίμησαν με σωστό τρόπο τα έργα και το υπουργείο Πολιτισμού που τα αφήνει να βγουν από τη χώρα. Μετά μια έρευνα της «K» ήρθαν στην επιφάνεια αρκετά στοιχεία. Ξεκινώντας από τις φημολογούμενες εκτιμήσεις, που φέρεται ότι είχε κάνει η αρμόδια εφορία (ΔΟΥ Αγίας Παρασκευής) το 1998 για το αδιευκρίνιστο σύνολο έργων, το ποσό δεν είναι 118.000.000 δρχ. αλλά σύμφωνα με πηγές της «K» 833.000.000 δρχ., ενώ οι ίδιοι οι κληρονόμοι το αξιολογούσαν μόνο 90.000.000 δρχ.

Τα 833 εκατ. μπορεί να φαίνονται πάλι λίγα για τα σημερινά δεδομένα, όμως η εφορία ήταν αναγκασμένη το 1998 να προσαρμόσει τις αξίες στο οικονομικό έτος 1987, όταν δηλαδή πέθανε ο συλλέκτης και μεταβιβάστηκαν τα υπάρχοντά του. Ετσι εξηγείται το γεγονός ότι το ποσό, δεδομένης της αξίας των έργων, δεν είναι ιδιαίτερα υψηλό. Η εφορία ζήτησε μάλιστα τη βοήθεια των ανθρώπων της Εθνικής Πινακοθήκης, γιατί η ίδια δεν είχε ειδικούς. Ετσι, ένα έργο του γλύπτη Τάκι αξιολογήθηκε από τους κληρονόμους (και αναφέρεται στη δήλωση αποδοχής κληρονομιάς) ότι αξίζει 65.000(!), η Πινακοθήκη το κοστολόγησε 2.000.000 και η εφορία 2.500.000 δρχ. Υστερα από αστικό διαχωρισμό που έκανε το δικαστήριο, αφού έστειλε δύο εκτιμητές στον Βεϊνόγλου, η πρώτη από τις ανιψιές του Ιόλα, η Νατάν, ήρθε σε οικονομικό συμβιβασμό με το Δημόσιο και πλήρωσε τον αναλογούντα φόρο της τάξης των 180 εκατ. Η δεύτερη, η Ντε Kουέβας, είναι ακόμα στα δικαστήρια και για να πετύχει ευνοϊκότερο συμβιβασμό έχει δεχθεί να δώσει στο ελληνικό Δημόσιο κάποια από τα έργα τέχνης που θα κληρονομήσει. Οπως και να έχουν τα πράγματα, οι δύο κληρονόμοι έχουν κάθε δικαίωμα, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, να διακινήσουν τα έργα ελεύθερα μέσα στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Δηλώσεις της κ. Πλάκα

Η «K» επικοινώνησε με τη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα, η οποία δήλωσε ότι θα ευχόταν τα έργα αυτά να έμεναν στην Ελλάδα, τόνισε όμως ότι οι κληρονόμοι έχουν το δικαίωμα -από τη στιγμή που πληρώσουν τον φόρο- να τα πάρουν μαζί τους στην Ευρώπη. Μόνο τέσσερα από αυτά τα έργα εξαιρούνται: πρόκειται για πίνακες του Παρθένη που έχουν χαρακτηρισθεί «εθνική πολιτιστική κληρονομιά». Αυτοί δεν μπορούν να πάνε στο εξωτερικό και οι κάτοχοι πρέπει να ενημερώνουν το ΥΠΠΟ σε κάθε μεταπώληση. Η κ. Πλάκα τόνισε πως θα ήταν πολύ μεγαλύτερο το όφελος του Δημοσίου αν σε περιπτώσεις παρομοίων υποθέσεων εφήρμοζαν πάντα τον νόμο 2557/97, που επιτρέπει στους κληρονόμους να δίνουν έργα τέχνης αντί για χρήματα στο Δημόσιο για να πληρώσουν τον αναλογούντα φόρο. «Αν κατεβάσει ο έφορος το ποσό και κάνει συμβιβασμό, τότε ο ιδιώτης πληρώνει με χρήματα και το κράτος δεν παίρνει κανένα έργο τέχνης. Επίσης, θεωρώ ότι ο νόμος αυτός θα έπρεπε να συμπληρωθεί με μια διάταξη σύμφωνα με την οποία να περιέρχονται τα έργα στα αντίστοιχα μουσεία και όχι να πηγαίνουν πρώτα στο υπουργείο Πολιτισμού. Στη συγκεκριμένη περίπτωση κληρονομιάς Ιόλα, αν η Ντε Kουέβας μάς δώσει έργα τέχνης, θα ήθελα κάποια έργα του Τάκι να πάνε στην Εθνική Γλυπτοθήκη».

Δεν υπάρχουν σχόλια: