Γιώργος Γρηγοριάδης: Είναι μεγάλη υπόθεση να κρατήσουμε ανοιχτή μια στενή πορτούλα πολιτισμού
Μαυροειδής Σ.
Με έκθεση έργων του Αλέξη Ακριθάκη εγκαινιάζεται σήμερα το απόγευμα (7.30 μ.μ.) η Πινακοθήκη του γιατρού, δημάρχου επί σειρά ετών και ιστορικού στελέχους της αριστεράς Γιώργου Γρηγοριάδη στο Νέο Ηράκλειο της Αττικής. Η συλλογή Ακριθάκη είναι μέρος μιας ευρύτερης συλλογής που διαθέτει ο συλλέκτης, η οποία έχει ιστορία σαράντα χρόνων και επίκεντρο έργα ελληνικής ζωγραφικής, χαρακτικής και γλυπτικής χωρίς να απουσιάζουν και οι σημαντικοί Ευρωπαίοι καλλιτέχνες. Η πινακοθήκη Γρηγοριάδη επιδιώκει να λειτουργήσει παραδειγματικά μέσα από την εικαστική καλλιέργεια των νέων ανθρώπων. Οι επισκέψεις σχολείων, οι ξεναγήσεις, τα εικαστικά μαθήματα και οι συναυλίες θα διαμορφώσουν το ιδιαίτερο στίγμα της. Αυτό διατείνεται ο “αιρετικός” δημιουργός της στη συζήτηση που είχαμε με αφορμή τα σημερινά εγκαίνια, και, αν κρίνουμε από την πολιτική και πολιτιστική του διαδρομή, έχουμε κάθε λόγο να τον πιστεύουμε.
* Δήμαρχος, γιατρός, συλλέκτης έργων τέχνης και τώρα ιδρυτής Πινακοθήκης. Θα ήθελα το σκεπτικό αυτής της απόφασης, αλλά και τον λόγο που αποφασίσατε να τη "στήσετε" σ’ έναν περιφερειακό δήμο κι όχι στο κέντρο της Αθήνας.
Ακριβώς αυτό είναι το θέμα: Με ενδιαφέρει η περιφέρεια κι όχι το κέντρο της πόλης, στο οποίο είχα τον τρόπο αν ήθελα να κάνω εκεί την Πινακοθήκη. Απεχθάνομαι τα μεγάλα ονόματα, τα μεγάλα λόγια, τα μεγάλα κέντρα, τους μεγάλους δρόμους, αιρετικός σε όλα αυτά από ιδεολογία, διότι θεωρώ ότι παραμορφώνουν εν τέλει το μήνυμα που θέλουμε να στείλουμε στον κόσμο. Ένα μήνυμα πολύ σημαντικό που "λέει" ότι η τέχνη μπορεί να ...σώσει τον κόσμο. Αυτό παραμορφώνεται όταν πέσει στα νύχια άλλων λύσεων ή εμπορικών κυκλωμάτων που, ακόμη κι αν έχουν καλές προθέσεις, παράγουν άσχημα αποτελέσματα. Ένα παράδειγμα είναι ο Λαμπράκης και το Μέγαρο Μουσικής, αλλά και οι μεγάλες γκαλερί που λειτουργούν στο κέντρο της Αθήνας.
* Ποιο το "όραμά" σας κ. Γρηγοριάδη;
Απ' ό,τι βλέπετε ξεκινάμε με μια έκθεση του Ακριθάκη. Ένα παιδί που παίζει είναι ο Ακριθάκης. Εδώ λοιπόν θα έρχονται παιδιά, θα μάθουν να σχεδιάζουν, θα παίζουν με τα χρώματα που θα τους δίνουμε, θα υπάρχουν προβολές, συναυλίες, θα είναι ένα ενεργό όργανο έρευνας και εκπαίδευσης. Είναι πομπώδεις οι λέξεις, αλλά στην τέχνη μπορεί να εκπαιδευτεί κανείς να μάθει να την αντιλαμβάνεται. Όλοι μας μεταφράζουμε τον κόσμο, όλοι έχουμε δικαίωμα στη διεκδίκηση της ευτυχίας, ο καλλιτέχνης, όμως, με τις κεραίες που έχει αντιλαμβάνεται τον κόσμο αλλιώς και, το κυριότερο, μπορεί να μεταδώσει αυτό το μήνυμα. Έχει το μέσο, έχει τη δυνατότητα, την ιδιοφυία, το ταλέντο ίσως, δεν ξέρω, στην εκπροσώπηση του ανθρώπινου είδους. Πρέπει να μου το δείξει κάποιος το μήνυμα, δεν γίνεται αλλιώς. Αυτό το “πρέπει να μου το δείξει” θα επιχειρήσουμε εδώ, σε μικρή κλίμακα βέβαια, δεν γίνεται σε μεγάλη διότι σ' αυτή την περίπτωση θα παραμορφωνόταν. Δεν θέλω να γίνω Μπενάκης στη θέση του Μπενάκη. Κάνω κάτι σε έναν τόπο που με ξέρουν όλοι, δεν με αγαπούν όλοι, δεν πειράζει, είναι σημαντικό όμως ότι με ξέρουν. Ξέρουν ότι δεν έχω κλέψει ποτέ, δεν έχω εξαπατήσει, ξέρουν ότι έχω τις ιδιότητες ενός καλού κομμουνιστή κι αυτό είναι που μετράει.
* Υπάρχει (κι άλλος) λόγος που ξεκινάτε με Ακριθάκη;
Ο Ακριθάκης είναι ένα παιδί που γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ, σε μια μονοκατοικία (την έφαγε κι αυτή η αντιπαροχή) έχει τα βιώματα αυτού του τόπου. Η μητέρα του ήταν διάσημη μοδίστρα του μεσοπολέμου, από αυτές που έντυναν τις μεγάλες κυρίες της Αθήνας, και πολύ ωραία γυναίκα. Ο ίδιος εξαιρετικά αγαπητός στον περίγυρό του και πολύ ζωηρό παιδί. Ένα παιδί έξυπνο, κι όπως όλα τα παιδιά αυτοκαταστροφικό, ένα παιδί (ευτυχώς) περίεργο διότι η δημιουργία είναι αποτέλεσμα περιέργειας, “μητέρα” κάθε επιστήμης και κάθε τέχνης... Γρήγορα κατέβηκε κάτω στο κέντρο της Αθήνας, στο “Μπραζίλιαν”, και στο Κολωνάκι, κι έγινε ανάρπαστος για πολλούς λόγους. Εκεί γνωρίστηκε με τον Γιώργο τον Μακρή, με τον οποίο συνδέθηκαν με βαθιά φιλία και αλληλοεκτίμηση. Με προτροπή όσων διείδαν το ταλέντο του πήγε στο Παρίσι για σπουδές. Εκεί συνάντησε τον Ηλία τον Πετρόπουλο, έζησαν πολύ καιρό μαζί όντας κι οι δύο αιρετικοί και αυτοκαταστροφικοί.
* Εσείς πως τον γνωρίσατε;
Τον γνώρισα μεγάλον πια, το 1975, όταν έβαλα υποψηφιότητα για δήμαρχος. Τότε ο Ακριθάκης ήταν πολύ γνωστός, πασίγνωστος. Γίναμε φίλοι με τις εκλογές κι όταν γύρισε από το Βερολίνο το 1978 ήταν πια ηρωινομανής. Μαζί μ' έναν συνάδελφο γιατρό από το Γενικό Κρατικό του κόψαμε την ηρωίνη, δυστυχώς όμως εκείνος την αντικατέστησε καταναλώνοντας τεράστιες ποσότητες οινοπνεύματος. Σχεδίαζε και ζωγράφιζε συνεχώς, μερικά σπουδαία έργα και εγκαταστάσεις, όπως το περίφημο μπαρ που έχει ο Καλφαγιάν, τα έκανε προς το τέλος της ζωής του. Μετά τον θάνατο του Ιόλα το 1987, ο οποίος μέχρι τότε τον φρόντιζε αγοράζοντας έργα του, ανέλαβα εγώ. Όταν έμενε από λεφτά και δεν μπορούσε να επιβιώσει, να ζήσει δηλαδή αυτή τη ζωή που ζούσε, την αυτοκαταστροφική, του έδινα κάποια χρήματα όποτε τα χρειαζότανε και μού έδινε έργα.
Πολλά με αφιέρωση και αρκετά χάρισμα. Τον τελευταίο καιρό, που ζούσε εδώ, στο Ηράκλειο, πήγαινα σχεδόν κάθε μέρα και τον έβλεπα, όχι ως γιατρός, αλλά ως φίλος και συχνά του έλεγα: ρε Αλέξη, μην πίνεις, πρέπει να κόψεις το ποτό. “Γιατί να το κόψω;”. Θα πεθάνεις, του έλεγα. “Ε, και;” μου απαντούσε. Δεν είχε την παραμικρή θλίψη για την κατάντια του, ούτε για το γεγονός του επικείμενου θανάτου. Διέθετε έντονη την αίσθηση της ματαιότητας των εγκοσμίων, μια ματαιότητα που περιέργως την καταλαβαίνει κάθε παιδί. Ο Ακριθάκης οδηγήθηκε στις υπερβολικές χρήσεις των πραγμάτων για να διαφύγει προφανώς από μια πραγματικότητα που δεν την είχε εξαντλήσει, όχι πως δεν του ήταν αρεστή, αρεστή του ήταν, απλώς δεν την είχε εξαντλήσει. Τον αγαπούσα πολύ. Πριν πεθάνει μου εμπιστεύθηκε τα ημερολόγιά του λέγοντάς μου ότι έτσι θα βρουν τον προορισμό τους. Ό,τι έχει πει, ότι έχει γράψει, υπάρχουν εκεί μέσα. Πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτά... Πέθανε στο Λαϊκό Νοσοκομείο από κίρρωση του ήπατος, ό,τι είχε αφήσει όρθιο η ηρωίνη το κατέστρεψε το αλκοόλ.
* Τελειώνοντας, θα ήθελα να μου πείτε αν υπάρχει σχέση Πινακοθήκης - Yστεροφημίας;
Την Πινακοθήκη την κάνω για να μείνει εδώ έτσι ώστε οι επόμενες γενιές να δουν, όχι τον σπουδαίο Γρηγοριάδη, εγώ θα διεκδικήσω μονάχα τη δόξα και την υστεροφημία ενός ανθρώπου που κράτησε τα μπόσικα για να μη χαθεί αυτό το πράγμα. Είναι μεγάλη υπόθεση να κρατήσουμε ανοιχτή -αυτή έστω- τη στενή πορτούλα, για να περάσει ο πολιτισμός, για το καλό της ανθρωπότητας που τό 'χουμε ρίξει στα σκυλιά, γαμώ το κέρατό μου...
2/18/2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου