Σπανίζει στις ημέρες μας το να παρατηρεί κανείς στο έργο δύο φίλων καλλιτεχνών, την ανέφελη σύμπνοια και συγχρόνως την αλληλοσυμπλήρωση που ενυπάρχει ανάμεσα στον Ιωάννη Καρδαμάτη και στον Αμερικανό Timothy Hennessy που μοιράζονταν, μάλιστα, το επιβλητικό σπίτι της Ύδρας. Σπίτι στο οποίο είχαν θεσπίσει από κοινού εργαστήρι και κέντρο διανόησης και σκέψης. Σπίτι που, πάνω απ’ όλα, ακτινοβολεί τις όντως χαρισματικές προσωπικότητες των δύο καλλιτεχνών που ξεχωρίζουν για τη βαθιά ανθρωπιστική –κατά τα αναγεννησιακά πρότυπα– παιδεία και τον τρόπο σκέψης.
Φίλοι του Αλεξάνδρου Ιόλα και της Peggy Guggenheim, με ατομικές εκθέσεις σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και των ΗΠΑ –συχνά μάλιστα στις ίδιες γκαλερί– δεν χαρακτηρίζονταν από την ανταγωνιστικότητα και τα συναφή σύνδρομα που παρατηρούμε σε διάφορες περιπτώσεις δημιουργών.
Γεννημένος στο Βερολίνο το 1915, ο Ιωάννης Καρδαμάτης είχε μεγαλώσει στην Ελλάδα και στην Αυστραλία και πέθανε πέρσι στην Αβινιόν. Κοσμοπολίτης και κοσμογυρισμένος – είχε ταξιδέψει στην Αίγυπτο, στην Αμερική, στην Αυστραλία, στις Ινδίες και σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Ο Καρδαμάτης ένιωθε μεγάλη έλξη για την Ανατολή και ειδικότερα για το Βυζάντιο, έλξη που επηρέασε βαθιά και τη δουλειά του. Είχα την τύχη να τον πρωτογνωρίσω όταν φιλοτεχνούσε τις αξέχαστες χρυσές πόρτες στο σπίτι του Αλέξανδρου Ιόλα στην Αγία Παρασκευή και να τον δω ξανά το χειμώνα του 2009 στο Ξενοδοχείο Saint George Lycabettus λίγους μήνες πριν αφήσει την τελευταία του πνοή στην Αβινιόν.
Στη διάρκεια της φιλικότατης συζήτησης που είχα μαζί του, τίποτε δεν άφηνε να διαφανεί το επαπειλούμενο τέλος. Μου έλεγε ότι θα πήγαινε στο βενετσιάνικο Palazzo του, όπου περνούσε μερικούς μήνες κάθε χρόνο, και ότι είχε την πρόθεση να συγκεντρώσει μερικά από τα σχέδιά του σε μια έκδοση. Εντύπωση μου έκανε και πάλι η αυτοφυής ευγένειά του και, κυρίως, η μεγαλοπρέπεια αυτού του ανθρώπου που ήταν εμφανής ακόμη και στον τρόπο που μιλούσε στο προσωπικό του ξενοδοχείου. Είχε τη γαλήνη και την πραότητα του γνήσια σκεπτόμενου ανθρώπου, σε συνδυασμό με τους τρόπους του αυθεντικού αριστοκράτη. Θυμάμαι, μάλιστα, ότι ήταν περίφροντις για τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα, καθώς την ημέρα που τον επισκέφθηκα είχε κλείσει το κέντρο από ταραχές και η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική από τα δακρυγόνα. Με την ολύμπια ηρεμία του, μου εκδήλωνε με πολλούς τρόπους τη βαθιά αγάπη του για την Ελλάδα αλλά και την ανησυχία που ένιωθε για τις μελλούμενες εξελίξεις. Όμως, σύντομα, η συζήτησή μας επικεντρώθηκε στη μεγάλη γοητεία που ασκούσε επάνω του το φως της Ελλάδας και ο «μοναδικός» της ήλιος. Ακριβώς αυτό τον ήλιο αποκρυπτογράφησε –όσο είναι ανθρώπινα, δηλαδή υλικά δυνατόν– στις πόρτες που έφτιαξε με μια χαρακτηριστική ενάργεια για το σπίτι του Ιόλα αλλά και για άλλα βαρυσήμαντα μέρη. Γοητευμένος από την Ανατολή και ειδικότερα, από την ατμόσφαιρα του Βυζαντίου και τις διάφορες τεχνικές που επεξεργάστηκαν οι Βυζαντινοί, προσπάθησε και το επέτυχε να αναπλάσει μια ανάλογη ατμόσφαιρα μέσ’ από τα έργα του. Ατμόσφαιρα που λάμπρυνε όλα τα σπίτια που διέθετε ή που διακοσμούσε ο Καρδαμάτης.
Ειδικότερα, στις ζωγραφικές του συνθέσεις, κυρίως με μεικτή τεχνική και σκόνες σε ύφασμα, σε νοβοπάν κ.α., ο Καρδαμάτης, επικεντρωμένος στην εμπνευσμένη από την αρχαία ελληνική μυθολογία ανθρώπινη μορφή, περιβάλλει την τελευταία με μια ατμόσφαιρα εκπάγλου λάμψης, που λες και είναι ενορχηστρωμένη μέσ’ από αυτή καθεαυτή την ηλιακή ενέργεια. Εδώ οι κίτρινες, υποκίτρινες ή και χρυσαφιές αποχρώσεις συνθέτουν, κάθε φορά, ένα διαχρονικό –εκτός τόπου και χρόνου– έργο. Έργο που υπερσκελίζει τις όποιες εντάξεις σε κινήματα και σε μανιέρες, όπως συμβολισμός, προ-ραφαηλιτισμός κ.ά., για να διαμηνύσει αποκλειστικά την ξεχωριστή οντότητα του δημιουργού του.
Οντότητα σφαιρικά εννοημένη, καθώς ο Καρδαμάτης όπως άλλωστε και ο Hennessy, βίωναν και λάμβαναν υπόψη σφαιρικά όλο το περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργούσαν. Αποκαλυπτικό σε αυτό το σημείο είναι, όπως θα δούμε, το σπίτι της Ύδρας στη διευθέτηση και στο διάκοσμο του οποίου δούλεψαν και οι δύο και όπου –καθώς εκτελούσε και χρέη κατοικίας και εργαστηρίου– φιλοτεχνούσαν και τα προσωπικά τους έργα στα οποία συχνά δούλευαν διαδοχικά.
Δουλεύοντας και οι δύο συχνά το ύφασμα –αν και περισσότερο ο Hennessy και λιγότερο ο Καρδαμάτης–, κατόρθωναν να καταστήσουν το έργο του περίοπτο, δηλαδή να «φέρει» από μια σύνθεση στην καθεμιά από τις δύο όψεις.
Ακόμη, στις ζωγραφικές συνθέσεις του Καρδαμάτη διαπιστώνουμε μια τελείως προσωπική ονειρική διάθεση που ενθαρρύνει τη φαντασία μας να διανύσει τις δικές της διαδρομές. Διαδρομές, που σε κάθε περίπτωση εμπλουτίζουν τον ψυχισμό μας, καθώς τον εξωραΐζουν από την πεζή καθημερινότητα.
Ονειρική διάθεση που εκδηλώνεται με ένα διαφορετικό τρόπο στον –κατά δέκα χρόνια νεότερο– Hennessy, καθώς τα όποια επαναλαμβανόμενα μοτίβα στα έργα του διακατέχονται από έναν ονειρικό σε παλμό ρυθμό. Ένα ρυθμό στον οποίο τα παραστατικά στοιχεία σε μια εμπνευσμένη συνύπαρξη με τα συμβολικά – διακοσμητικά πείθουν ότι έχουν απορροφήσει κάτι το ουσιαστικό από την περιβάλλουσα ατμόσφαιρα, π.χ., το χρώμα της θάλασσας και του ουρανού στην Ύδρα. Kι αυτό, ώστε να αναμεταδώσουν το βαθύτερο πνεύμα που διέπει την εικαστική γραφή του καλλιτέχνη και σε εμάς.
Μαθητής του André Lhote στο Παρίσι και απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας, ο Hennessy, που τώρα ζει και εργάζεται κυρίως στην Αβινιόν, έχει μια ιδιαίτερη ευαισθησία στο χρώμα και μια σαφή προτίμηση να δημιουργεί περίοπτα έργα είτε σε μη τελαρωμένους καμβάδες είτε σε υφάσματα που ράβει ο ίδιος. Εκτός από τα ζωγραφικά έργα φιλοτεχνεί γλυπτά και κοστούμια για happenings. Σημαδιακά, η Peggy Guggenheim είχε ισχυριστεί για τον Hennessy «ότι ήταν ο τελευταίος καλός καλλιτέχνης που είχε ανακαλύψει».
Οπωσδήποτε χαρισματικός καλλιτέχνης, ο Hennessy κατορθώνει να πλάσει μέσ’ από ένα συγκερασμό θραυσμάτων από διακοσμητικά και παραστατικά μοτίβα ένα απολύτως προσωπικό εικονογραφικό ρεπερτόριο χάρη στο οποίο μας αναμεταδίδει, πάντοτε στο ακέραιο, την πεμπτουσία του εκάστοτε ερεθίσματός του. Έτσι, έχουμε τη δυνατότητα να επικοινωνήσουμε αποτελεσματικά με την ατμόσφαιρα ενός ελληνικού νησιού ή ακόμη με την ανατολίζουσα ιερατικότητα μιας καθ’ όλα υποβλητικής μορφής. Υπάρχει, όντως, σε όλα σχεδόν τα έργα του μια βαθιά ποιητική διάσταση. Διάσταση που, αντιδραστική σε μια όποια πεζή περιγραφή, πολλαπλασιάζει σε βάθος και ανεξάντλητα τους συνειρμούς που προκαλεί μέσ’ από την ορατή εικόνα. Σε κάθε περίπτωση πάντως ,έχει αποφευχθεί ο κίνδυνος μιας διακοσμητικότητας ή και επιδερμικής κατάστασης χάρη στο ταλέντο του δημιουργού.
Κομβικό οπωσδήποτε σημείο στην πορεία των δύο καλλιτεχνών –πέρα από τις όποιες συνεργασίες και τα κοινά σχέδια– είναι το σπίτι στην Ύδρα: Ολοζώντανο παράδειγμα του καθαρά ποιητικού τρόπου με τον οποίο βίωναν και έβλεπαν την κάθε δημιουργία σαν ένα αναπόσπαστο μέλος ενός αδιαίρετου συνόλου. Τα χρώματα και οι συμβολισμοί των συνθέσεων που κοσμούν το σπίτι της Ύδρας, τα διάσπαρτα κολάζ από κείμενα του Πλάτωνα και του Προυστ, ώστε, π.χ., να τεκμηριωθεί η πνευματική τους αξία έναντι της υλικής, στοχεύουν στο να προβάλλει το όλο οικοδόμημα: κυψέλη νοημάτων και αισθητικής γραφής που άπτεται της καθολικής, σφαιρικά εννοημένης, «παιδείας» και δημιουργίας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου