12/07/2009

«Είμαι καλλιτέχνης πλήρους απασχόλησης...»

ΠΑΥΛΟΣ

ΜΑΝΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ

Detail from: "Field" (1988) - Pavlos (Dionysopoulos) by Tilemahos Efthimiadis.
Detail from:

Απαντάω με ένα χαμόγελο σε αυτούς που με θεωρούν έναν από τους δέκα ακριβότερους καλλιτέχνες. Πάνω σε αυτό εγώ δεν θα μπορούσα να πω τίποτα περισσότερο». Ο Παύλος (Διονυσόπουλος), έκτος στη σειρά των δέκα ακριβότερων ελλήνων ζωγράφων ­ σύμφωνα με την έρευνα που έκανε «Το Βήμα» ­ κατηγορηματικά δηλώνει ότι με κανέναν τρόπο δεν θα ήθελε να μπει στον «παράλογο χώρο των δραχμών και των εκατομμυρίων». Θεωρεί ότι «είναι ανήθικο να μιλάνε κάποιοι έτσι απλά για δεκάδες εκατομμύρια. Σε χώρους με μεγάλο επαγγελματικό υπόβαθρο τα πράγματα αυτά είναι αρκετά σχετικά» λέει. «Στην Ελλάδα όμως που οι καταστάσεις δεν έχουν τις απαιτούμενες σοβαρές επαγγελματικές εμπειρίες, δυσκολεύουν αυτόματα και οι οικονομικές συναλλαγές».

Απέφευγε πάντα όσο μπορούσε περισσότερο να μπει στον χώρο όπου ένα έργο τέχνης μεταφράζεται σε δραχμές. «Για να πάρουμε ένα παράδειγμα, ένας Van Gogh προχθές μπορεί να μην έβρισκε αγοραστή. Χθες να έβρισκε με δέκα δραχμές και σήμερα να βρίσκει με εκατομμύρια δολάρια. Μιλάω πάντα με συμβολικές τιμές. Για μένα στο έργο δεν αλλάζει τίποτα όταν η "τιμή" του ανεβαίνει. Η πραγματική του αξία, και μιλάω για την καλλιτεχνική, παραμένει η ίδια. Κοινωνικά παιχνίδια, οι παραξενιές και οι ανάγκες των ανθρώπων όπως αυτές δημιουργούνται στις προβληματικές κοινωνίες όπου ζουν είναι τα στοιχεία που συνθέτουν το παιχνίδι των αγοραπωλησιών και καθορίζουν τις τιμές των έργων τέχνης».

* Φυσιολογική εξέλιξη

Ισχυρίζεται πως είναι καλλιτέχνης που δεν είχε απότομη, αυτόματη εμπορική επιτυχία. Σε αντίθεση με τους νέους συναδέλφους του που βάζουν εξωφρενικά μεγάλες τιμές στα έργα τους, νομίζοντας ότι έτσι θα εντυπωσιάσουν και θα επισπεύσουν ίσως την εμπορική άνοδό τους, ο Παύλος δηλώνει πως: «Είχα μία εξέλιξη φυσιολογική, σταδιακή χωρίς απότομα ανεβάσματα ή κατεβάσματα». Αυτό το αποδίδει στο ότι από την αρχή της καριέρας του κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να κρατήσει τους εμπόρους που καθορίζουν τις τιμές του, στα χαμηλότερα επίπεδα που είναι δυνατόν. «Είμαι καλλιτέχνης full time. Δεν είμαι καλλιτέχνης και έμπορος της δουλειάς μου και μάνατζερ της δουλειάς μου μαζί. Οντας full time καλλιτέχνης και μην έχοντας άλλους πόρους, η δουλειά αυτή μου εξασφαλίζει τα χρήματα που χρειάζομαι για να ζήσω. Τώρα, όσον αφορά τις τιμές μου, πάντα προσπαθούσα και προσπαθώ, όσο εξαρτάται από μένα φυσικά, να μην αγγίζουν υψηλές κλίμακες». «Είναι σχετικό το ότι ο Παύλος είναι ακριβός» έρχεται να συμπληρώσει η Κατερίνα Κοσκινά, ιστορικός τέχνης, που διοργάνωσε και την αναδρομική έκθεσή του στη Θεσσαλονίκη. Μια έκθεση που εγκαινιάστηκε στις 29 του περασμένου Μαΐου και συνεχίζει να έχει ιδιαίτερη επιτυχία και σημαντική για την Ελλάδα προσέλευση θεατών. «Είναι ακριβός αλλά δεν είναι και απαγορευτικός. Υπάρχουν πολλά έργα του σε προσιτές τιμές. Τώρα βέβαια αν αναφερόμαστε σε μεγάλες συνθέσεις, τότε βεβαίως και οι τιμές είναι αυξημένες».

«Ισως δεν είναι ευρύτερα γνωστό» αναφέρει ο κ. Χάρης Καμπουρίδης, τεχνοκριτικός, «αλλά είναι ο μόνος της γενιάς του ο οποίος στην Αθήνα δεν αναλώθηκε σε σχέσεις με το κράτος και δημόσιους φορείς. Αντίθετα, υποστήριξε μια συγκεκριμένη γκαλερί, το "Αρτιο", η οποία και δημιούργησε νέους συλλέκτες, νέους μαικήνες της ζωγραφικής». Η ιδιοκτήτρια της γκαλερί, κ. Martine Sardon, που έχει την «αποκλειστικότητα» του Παύλου στην Αθήνα τα τελευταία 14 χρόνια, μιλά γι' αυτόν: «Ο Παύλος δεν ορίζει τις τιμές των έργων του. Υπάρχουν στο εξωτερικό έμποροι που συνεργάζονται μαζί του πάρα πολλά χρόνια. Να φανταστείτε ότι όταν έχω μία απορία για κάποια τιμή του, απευθύνομαι κατευθείαν σ' αυτούς και όχι στον δημιουργό».

Παρ' όλο που είναι αναγκαστικά ενταγμένος όχι μόνο στο ελληνικό αλλά και στο διεθνές χρηματιστήριο της τέχνης, κρατά μιαν όσο το δυνατόν αποστασιοποιημένη στάση. Τα έτη 1988 - 1991, όπως υποστηρίζει ο καλλιτέχνης, ήταν χρονιές υστερίας στην τέχνη και στο εμπόριο γενικότερα. «Την περίοδο εκείνη έκανα μεγάλες προσπάθειες να κρατήσω λίγο τους εμπόρους που ασχολούνται με τη δουλειά μου σε κάποια λογικά πλαίσια. Και αυτό σήμερα αποδείχτηκε ως ένα θετικό σημείο της καριέρας μου. Αλλοι αντίστοιχοι συνάδελφοί μου, μιλώντας πάντα για το εμπόριο εκτός Ελλάδας, οι οποίοι αφήσανε να ανεβούν κάθετα οι τιμές τους, σήμερα αναγκάζονται να πουλάνε τρεις και τέσσερις φορές περισσότερο από τότε. Αυτό δεν είναι ευχάριστο ούτε για τον καλλιτέχνη ούτε για τον έμπορο ούτε για τον συλλέκτη που πλήρωσε τα χρήματα αυτά».

* Δεν πουλάει από το ατελιέ

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Παύλος διατηρεί τις ίδιες τιμές σε όλες τις χώρες όπου κινείται. Σύμφωνα και με τον Χ. Καμπουρίδη «είναι ο μόνος του οποίου οι τιμές είναι ίδιες εδώ, στη Γαλλία, στη γκαλερί, στις δημοπρασίες. Πέρυσι δημοπρατήθηκε στο Παρίσι η συλλογή του γκαλερίστα Μιτεράν και τα έργα του κράτησαν τις τιμές τρέχουσας αγοράς, την ίδια στιγμή που άλλου γνωστότατου έλληνα συναδέλφου του έπεσαν στο μισό. Αυτό οφείλεται στο ότι ο ίδιος σέβεται το συλλεκτικό κοινό του και δεν αλλάζει τιμές ούτε πουλάει ποτέ από το ατελιέ ούτε χαρίζει έργα του».

«Ο Παύλος είναι ένας από τους ακριβότερους ζωγράφους γιατί έχει μεγάλη ζήτηση», τονίζει η Μ. Sardon. «Ενας καλλιτέχνης "φτιάχνεται" από το πόσο δημιουργικός είναι ή από το πόσο θέλουν να αποκτήσουν τα έργα του. Ο Παύλος συνδυάζει και τα δύο, δεδομένου ότι τα έργα του βρίσκονται στις κυριότερες συλλογές του εξωτερικού, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στο Βέλγιο». Αυτή η άποψη βρίσκει σύμφωνο και τον κ. Νίκο Σταθούλη, δημοσιογράφο - γκαλερίστα, που εμβαθύνει με έναν ιδιαίτερο τρόπο στην εμπορικότητα του Παύλου: «Το έργο του δεν έχει ενοικιασμένο σκεπτικό και κλεμμένο τεχνοτροπικό ύφος» λέει. «Υστερα από αυτή τη μεταπολεμική φουρνιά καλλιτεχνών που κινήθηκε στο Παρίσι με επιτυχία και χάρη στη βοήθεια του Αλέξανδρου Ιόλα, ο οποίος αφουγκράστηκε το ταλέντο του, μπήκε στη διεθνή χρηματιστηριακή αγορά. Χρηματιστηριακά τα έργα του Παύλου έχουν δυνατότητα άμεσης ρευστοποίησης, προσφέρονται για πολλούς κύκλους ζωής, για επένδυση σύντομου χρόνου αλλά συγχρόνως προσφέρουν και δυνατότητες μακροπρόθεσμης στρατηγικής». Τα έργα του Παύλου για τον Ν. Σταθούλη «έχουν την τύχη της... δραχμής όταν αυτή μετατρέπεται σε ξένο νόμισμα». Με άλλα λόγια, επειδή υπάρχει ζήτηση ανεβαίνουν και οι τιμές, σε έργα που ποντάρει το διεθνές χρηματιστήριο της τέχνης γενικότερα.

Το χρηματιστηριακό παιχνίδι όπου μπαίνει η τέχνη, ο Παύλος το αντιμετωπίζει με θετική διάθεση μόνον όταν τηρούνται οι απαιτούμενες ισορροπίες μεταξύ του καλλιτέχνη, του μεσάζοντος - εμπόρου και του αγοραστή. Οταν οι σχέσεις αυτές στηρίζονται σε ένα λογικό, υγιές και ισορροπημένο πλαίσιο. «Οταν αλληλοελέγχονται αυτοί οι τρεις παράγοντες και λειτουργούν μέσα σε λογικά πλαίσια, το εμπόριο είναι ένα θετικό στην τέχνη» λέει. «Τα πράγματα εξελίσσονται σωστά. Οταν όμως γίνονται παράλογες ενέργειες και κανείς δεν μπορεί να ακολουθήσει τις εξελίξεις, μιλάμε για όχι και τόσο υγιείς καταστάσεις. Τότε στις τόσο ευαίσθητες σχέσεις που αναφέραμε μπαίνουν υστερικά στοιχεία και εμπορικά βίτσια». Και ο μόνος που τις περισσότερες φορές πληρώνει το τίμημα των αποτελεσμάτων μιας τέτοιας επιπλοκής είναι ο ίδιος ο καλλιτέχνης.

* Οχι στην αυθαιρεσία

Θυμάται όταν το 1989 έκανε μια μεγάλη έκθεση στο Βέλγιο. Την προηγουμένη των εγκαινίων κάθησε με τον γκαλερίστα να φτιάξουν τις τιμές για τη λίστα που υποχρεωτικά έπρεπε να έχουν. «Είδα πως ο συνεργάτης μου δεν ήταν σύμφωνος με τις τιμές που πρότεινα εγώ. Βλέπετε ήταν η περίοδος της οικονομικής ευφορίας και ασυδοσίας και εγώ πρότεινα λίγα χρήματα. Η έκθεση βεβαίως είχε μεγάλη επιτυχία, μεγαλύτερη απ' αυτή που ήλπιζε. Ακολούθησε η μεγάλη κρίση στην τέχνη. Τρία τέσσερα χρόνια μετά, συναντηθήκαμε για μια νέα συνεργασία. Βρισκόταν σε απόγνωση. "Εχω προβλήματα με τον τάδε καλλιτέχνη, τον δείνα", και ονόματα πολύ σοβαρά όπως τον Σεζάρ, τον Αρμάντ. "Πούλησα έργα τους πριν από τρία χρόνια σε αυτές τις τιμές και σήμερα περνάνε τα αντίστοιχα στους πλειστηριασμούς στο ένα πέμπτο της τιμής τους. Οφείλω όμως να ομολογήσω ότι είσαι ο μόνος καλλιτέχνης που δεν μου δημιούργησε η αγορά του ούτε ένα πρόβλημα". Εγώ του θύμισα εκείνο το περιστατικό. Τον ρώτησα αν το θυμάται. Μου είπε, όχι. Με αυτό το παράδειγμα θέλω να πω ότι δεν άφησα ούτε στιγμή τον εαυτό μου να μπει σε αυτόν τον κόσμο της υστερίας και της αυθαιρεσίας».

Ο Παύλος δηλώνει ευτυχισμένος που δεν είναι «θαμώνας» των πλειστηριασμών. «Αυτό θα πει πως οι συλλέκτες που με αγοράζουν αγαπούν τη δουλειά μου και δεν θέλουνε να με ξεφορτωθούν». Στις λίγες δημοπρασίες που έχουν περάσει έργα του, η παρουσία τους παρέμεινε διακριτική και οι τιμές τους σε λογικά επίπεδα. «Δεν ξέρω ποιος είναι σήμερα ακριβότερος ζωγράφος» λέει ο Χ. Καμπουρίδης και έρχεται να επιβεβαιώσει τον Παύλο: «Μπορώ όμως να διαβεβαιώσω ότι τα έργα του Παύλου έχουν τις μικρότερες διακυμάνσεις όταν αλλάζουν χέρια, τον λιγότερο πληθωρισμό και τον μέγιστο επαγγελματισμό». Ο ίδιος ο καλλιτέχνης λέει πως η αρχή του εμπορίου «ήταν μια ανάγκη επικοινωνίας». Μέσα από αυτήν την έννοια «οι πλειστηριασμοί και όλα αυτά είναι παραμύθια. Οσον αφορά δε τους πλειστηριασμούς στην Ελλάδα, θα 'θελα να μη μιλήσω, να μην πω τίποτα, να το προσπεράσω...». Χωρίς με αυτή τη στάση να θέλει να κρύψει τίποτε ή να χρειάζεται να κρυφτεί. «Τα έργα υπερπληρώνονται ή υποπληρώνονται. Είναι κάτι που το θεωρώ αδικία» λέει. Ενα πράγμα που προσπαθεί να καθιερώσει ως βασικό παράγοντα στη συνδιαλλαγή μεταξύ του καλλιτέχνη και του αγοραστή είναι η απαραίτητη επίδειξη πιστοποιητικών γνησιότητας του κάθε έργου «και ιδιαίτερα ενός έργου σύγχρονης τέχνης» τονίζει ο καλλιτέχνης, για αποφυγή παντός... δυσάρεστου γεγονότος. Οι τιμές των έργων του

Σε εξέλιξη βρίσκεται η πρώτη αναδρομική έκθεση του Παύλου στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη που θα διαρκέσει ως τις 17 Αυγούστου. Στη συνέχεια θα μεταφερθεί στην Αθήνα στον νέο χώρο της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, το «Εργοστάσιο», στις 20 Οκτωβρίου, και θα διαρκέσει ως τα τέλη Νοεμβρίου. Η έκθεση διοργανώθηκε από το Ιδρυμα Ι. Φ. Κωστοπούλου στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Θεσσαλονίκη '97». Περιλαμβάνει περίπου 130 έργα του από τα σημαντικότερα όλων των περιόδων του καλλιτέχνη. Η κλίμακα των τιμών τους κυμαίνεται από 200.000 ως και 20.000.000 δραχμές. Ιδιες ήταν οι τιμές και στην τελευταία έκθεση που έκανε στην Αθήνα, στην γκαλερί «Αρτιο», τον Οκτώβριο του '96, με θέμα «Το εργαστήρι του καλλιτέχνη». Σε δημοπρασίες στην Ελλάδα, πριν από δύο χρόνια πουλήθηκε στη Θεσσαλονίκη το έργο του «Το Δέντρο» στην τιμή των 700.000 δραχμών, και «Το μπαρ» στην τιμή των 3.200.000 δραχμών. Φέτος πουλήθηκε το «Ρολό, Μπουκάλι και Ποτήρια» στην τιμή του 1.500.000 δραχμών και πέρυσι στο Παρίσι, σε δημοπρασία πάλι, πουλήθηκε το έργο του «Το πουκάμισο του άνδρα» στην τιμή του 1.000.000 δραχμών. Βεβαίως οι τιμές καθορίζονται πάντα και από τις παραγγελίες που δέχεται ο καλλιτέχνης για τις πρωτότυπες κατασκευές που κάνει. Ο ίδιος αναφέρει ότι: «υπάρχουν θεωρητικές τιμές και υπάρχουν και τιμές πρακτικές. Θεωρητικές είναι όταν ένας καλλιτέχνης ζητάει για παράδειγμα 10 δραχμές. Ζητάει ό,τι εκείνος θέλει. Πρακτικές είναι μόνον όταν βρεθεί αυτός που θα δώσει τις 10 αυτές δραχμές. Οταν η αγοραπωλησία έχει πραγματοποιηθεί». Για τον Παύλο τα 20.000.000 δραχμές που φτάνει το «κασέ» του είναι πραγματικό. Εκθέσεις του επίσης θα εγκαινιαστούν μέσα στον χειμώνα '97 - '98 στο Βέλγιο, στο Λονδίνο, στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες. Πλαστά έργα του έχουν αρχίσει και κυκλοφορούν και έχει και ο ίδιος εντοπίσει. «Εχω υπογράψει κιόλας ανυπόγραφο πλαστό έργο μου» ομολογεί ο Παύλος. «Ενας συλλέκτης ήθελε να του υπογράψω ένα έργο μου που είχε αποχτήσει καιρό πριν, αφού ως γνωστό για κάποιο διάστημα δεν υπέγραφα. Οταν αντίκρισα το έργο, μία νεκρή φύση, κατάλαβα αμέσως ότι δεν ήταν δικό μου. Ηταν όμως τόσο τέλεια καμωμένο, που εγώ καλύτερα δεν θα το έκανα. Με κολάκεψε που κάποιος κάθισε και έκανε ένα αντίγραφο της δουλειάς μου, που και εγώ ο ίδιος το θαύμασα. Του το υπέγραψα με χαρά. Τί σημασία έχει; Από τη στιγμή που το υπέγραψα είναι δικό μου...».

Δεν υπάρχουν σχόλια: