12/08/2009

Τα πλαστά «φωνάζουν», αλλά ποιος τα ακούει;
«Υποπτοι» πίνακες πωλούνται έναντι εκατομμυρίων ευρώ σε απροστάτευτους συλλέκτες

Της Μαργαριτας Πουρναρα

Πριν από μερικά χρόνια ευκατάστατη Αθηναία πήγε τρεις πίνακες του Μπουζιάνη που μόλις είχε αγοράσει, σε πεπειραμένο συντηρητή έργων τέχνης για να τους αποκαταστήσει από τη φθορά του χρόνου. Μέσα σε μία ώρα ο συντηρητής τηλεφώνησε στην κάτοχο και της είπε λακωνικά ότι τα έργα δεν είχαν ανάγκη από συντήρηση. Η αλήθεια ήταν ότι επρόκειτο για φρεσκοζωγραφισμένα πλαστά.

Το περιστατικό αυτό είναι αποκαλυπτικό για την κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στην αγορά της τέχνης. Εργα καταφανώς πλαστά ή αμφιβόλου προελεύσεως πωλούνται από ανυπόληπτους εμπόρους έργων τέχνης, βγαίνουν σε δημοπρασίες που γίνονται σε ελληνικές πόλεις, δημοσιεύονται σε εκδόσεις τέχνης για να «ξεπλυθούν». Ακόμα και στις δημοπρασίες των διεθνών οίκων του εξωτερικού εμφανίζονται αμφιλεγόμενα έργα.

Απόσυρση έργου

Μετά την καθιέρωση των Greek Sales και την αυξημένη ζήτηση για σπουδαία έργα Ελλήνων καλλιτεχνών του 19ου και του 20ού αιώνα, εμφανίζονται συνεχώς στην αγορά λανθάνοντες πίνακες από old masters, με περίεργη προέλευση και ελλιπή τεκμηρίωση.

Στις 15 Απριλίου η «Κ» αποκάλυψε ότι το φερόμενο ως έργο του Δημήτρη Γαλάνη «Κυρία στα Λευκά» που επρόκειτο να δημοπρατηθεί από τον οίκο Bonhams στο Λονδίνο τον Μάιο, κυκλοφορούσε σε άλλες δύο πανομοιότυπες εκδοχές. Η πρώτη ήταν πίνακας του Βρετανού καλλιτέχνη Meredith Frampton που εκτίθεται στην πινακοθήκη Tate Modern στο Λονδίνο! Η δεύτερη εκδοχή αποδιδόταν πάλι στον Γαλάνη και εμφανίστηκε σε δημοπρασία του οίκου Nagel της Στουτγκάρδης. Μετά την αποκάλυψη της «Κ» ο οίκος Βonhams αναγκάστηκε να αποσύρει τον «ύποπτο» πίνακα από την επικείμενη δημοπρασία. Ηταν ίσως η κορυφή του παγόβουνου για τα δεκάδες πλαστά έργα που πωλούνται έναντι εκατομμυρίων ευρώ και βλάπτουν όχι μόνο την υγιώς ανταγωνιστική αγορά, αλλά και την πολιτιστική μας κληρονομιά.

Η «Κ» συνεχίζοντας την έρευνα για τα πλαστά έργα τέχνης δημοσιεύει φωτογραφίες από πίνακες του Γιάννη Μόραλη, τους οποίους ο ίδιος ο ζωγράφος έχει πιστοποιήσει ότι είναι ψεύτικοι. Το θράσος των πλαστογράφων έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό ώστε κατασκεύασαν αντίγραφο αυθεντικού έργου του κορυφαίου ζωγράφου της γενιάς του '30, από αυτά που περιλαμβάνονται στη συλλογή του πρωθυπουργικού γραφείου στο Μέγαρο Μαξίμου.

Ισως λοιπόν να έχει φτάσει η ώρα, η ίδια η πολιτεία να ασχοληθεί σοβαρά με το ζήτημα που μαστίζει την αγορά της τέχνης και να κινηθεί προς τη δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου που θα προστατεύει τους καλλιτέχνες, τους συλλέκτες, τους εμπόρους αλλά και τους ευσυνείδητους ιστορικούς τέχνης και συντηρητές, οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους σε αντίξοες συνθήκες. Είναι γνωστό ότι τα κυκλώματα των πλαστογράφων δεν διστάζουν να απειλούν οιονδήποτε έχει στοιχεία εναντίον τους και έτσι επικρατεί συνήθως ο φόβος και η σιωπή.

Οι τρεις κατηγορίες

«Υπάρχουν διεθνώς τρεις κατηγορίες πλαστών έργων», μας εξηγεί ειδικός στον τομέα αυτό που έχει καταχωρίσει στο αρχείο του δεκάδες περιπτώσεις αμφισβητούμενων έργων. «Η πρώτη κατηγορία πλαστών απευθύνεται συνήθως στους αδαείς περί την τέχνη. Περιλαμβάνει συνήθως έργα κακοφτιαγμένα, που «βγάζουν μάτι» ότι δεν έχουν γίνει από τον καλλιτέχνη που τα υπογράφει. Τα έργα αυτά θα μπορούσαν να αγοραστούν μονάχα από ασχέτους που θεωρούν μάλιστα ότι τα βρήκαν σε τιμή ευκαιρίας».

«Η δεύτερη κατηγορία είναι λίγο πιο περίτεχνα αντίγραφα. Το ύφος, τα χρώματα, οι συνθέσεις είναι συγγενή με τα γνήσια. Οταν τα δει όμως ένας γνώστης αντιλαμβάνεται αμέσως ότι δεν υπάρχει περίπτωση να είναι αληθινά. Εντούτοις, θα μπορούσαν να ξεγελάσουν ορισμένους. Στην Ελλάδα τα περισσότερα πλαστά που κυκλοφορούν εντάσσονται κυρίως σε αυτές τις δύο κατηγορίες».

Υπάρχει όμως και μια τρίτη «οικογένεια» πλαστών που ευτυχώς δεν ευδοκιμεί στη χώρα μας. «Πρόκειται για έργα τόσο τέλεια καμωμένα που ακόμα και ο ίδιος ο ζωγράφος θα δυσκολευόταν να ανιχνεύσει ατέλειες. Για να γίνουν χρειάζονται ταλαντούχοι πλαστογράφοι που έχουν μελετήσει και έχουν τελικά αφομοιώσει το έργο ενός σπουδαίου ζωγράφου. Ακόμα και τα μεγάλα μουσεία του εξωτερικού έχουν τέτοιους πίνακες του Ρέμπραντ, του Ρούμπενς και άλλων κορυφαίων ζωγράφων που έχουν γίνει από τέτοιους πλαστογράφους».

Οι πίνακες του Μόραλη

Ενας από τους αγαπημένους καλλιτέχνες των πλαστογράφων είναι ο Γιάννης Μόραλης. Εχουν ξεπατικώσει έργα του, έχουν μιμηθεί την υπογραφή του, έχουν φτιάξει πλαστές σφραγίδες. Η «Κ» σήμερα παρουσιάζει περιπτώσεις πλαστών που τις έχει πιστοποιήσει ο ίδιος. Μεταξύ αυτών είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα: Ο πίνακας «Το νησί» του 1976 που περιλαμβάνεται στα έργα του πρωθυπουργικού γραφείου στο Μέγαρο Μαξίμου. Στα χέρια του ζωγράφου όμως έφτασε πριν από λίγα χρόνια πανομοιότυπο πλαστό αντίγραφο.

Η «Κ» μίλησε με τη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα για το ζήτημα των πλαστών. Παρότι ο νόμος απαγορεύει στους υπαλλήλους του μουσείου να κάνουν γραπτές πιστοποιήσεις έργων, εκείνοι το κάνουν προφορικά: «Ο νόμος είναι σαφής και απαγορεύει τις πιστοποιήσεις, προφορικές και γραπτές. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα σώμα ορκωτών εκτιμητών όπως στο εξωτερικό με τη συμμετοχή ιστορικών τέχνης και επιστημόνων. Δεν νομίζω ότι αυτό το σώμα θα έπρεπε να έχει ουδεμία σχέση με την Πινακοθήκη».

Ο πρόεδρος του Σωματείου Αρχαιοπωλών και Εμπόρων Εργων Τέχνης, Γιώργος Γκούτης, υπογράμμισε την ανάγκη δημιουργίας ενός πλαισίου προστασίας για τους εμπόρους και τους συλλέκτες. Σε τηλεφωνική συνομιλία που είχαμε μαζί του αρνήθηκε όμως να σχολιάσει το γεγονός ότι πριν από μερικά χρόνια, γνωστός αρχαιοπώλης, μέλος του σωματείου, είχε κατηγορηθεί για ανάμειξη σε υπόθεση πλαστών και είχε κυρώσεις από τον φορέα.

Η αποκάλυψη της «Κ» για έργο του Δ. Γαλάνη

Την Κυριακή 13 Απριλίου η «Κ» δημοσίευσε τη φωτογραφία του φερόμενου ως έργου του Δ. Γαλάνη «Η κυρία με τα λευκά» που θα εδημοπρατείτο από τους Bonhams στις 20 Μαΐου με εκτίμηση 64.000 - 89.000 ευρώ (lot 66) και έφερε την υπογραφή του καλλιτέχνη με μαύρο χρώμα στο δεξί κάτω μέρος του έργου. Στον κατάλογο αναφέρεται ότι ανακαλύφθηκε στη Γερμανία από τον παρόντα ιδιοκτήτη του και χρονολογείται μεταξύ του 1907 και του 1909. Οι διαστάσεις 56 εκ. ύψος και 76,5 εκ. πλάτος.

Ομως, στην αίθουσα 9 της μόνιμης συλλογής της Πινακοθήκης Tate Modern του Λονδίνου, υπάρχει ένα πανομοιότυπο έργο με τίτλο «Marguerite Kelsey» του Βρετανού Meredith Frampton (1894 - 1984) με χρονολογία 1928. Η Kelsey εργαζόταν ως επαγγελματίας μοντέλο κατά τη δεκαετία του 1920 και του 1930. Οι διαστάσεις του έργου είναι 1.208 εκατοστά ύψος και 1.414 εκατοστά πλάτος.

Τον Ιανουάριο δημοπρατήθηκε από τον οίκο Νagel της Στουτγκάρδης επίσης πανομοιότυπο έργο με τίτλο «Lady in White» που αποδιδόταν στον Δημήτρη Γαλάνη. Η εκτίμηση του ήταν χαμηλή (9.000 ευρώ), καθώς οι Γερμανοί δεν ήταν σίγουροι ότι ανήκει στην εργογραφία του Ελληνα καλλιτέχνη. Η υπογραφή είναι επίσης στο κάτω δεξί μέρος, με πορτοκαλί όμως χρώμα. Οι διαστάσεις του είναι 69 εκατοστά ύψος με 80 εκατοστά πλάτος. Τελικά πωλήθηκε μόλις 6.000 ευρώ. Ο κάτοχος του «ύποπτου» έργου είχε προσπαθήσει μερικούς μήνες πριν από τη δημοπρασία να το πουλήσει σε Ελληνα έμπορο έργων τέχνης, με άλλη υπογραφή του Γαλάνη.

Η ιστορία των πλαστών στην Ελλάδα

Γνωστός συντηρητής, που έχουν δει πολλά τα μάτια του, κάνει ένα χρονολόγιο των πλαστών στην χώρα μας. «Τα πρώτα βγήκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Ταλαντούχοι ζωγράφοι έκαναν ψεύτικους πίνακες, πιστά αντίγραφα του Βολανάκη και του Μαλέα, για να τα βγάλουν πέρα οικονομικά. Τις δεκαετίες '60 και '70 τα πλαστά ήταν σπάνια, κυκλοφορούσαν όμως πολλές ψεύτικες βυζαντινές εικόνες, συχνά φτιαγμένες με περίτεχνο τρόπο».

Τα πρώτα κρούσματα των πλαστών στην ελληνική αγορά της τέχνης εμφανίστηκαν τη δεκαετία του '80. «Στην αρχή ήταν κυρίως πίνακες του Θεόφιλου. Μόλις ο κόσμος ανακαλύπτει έναν καλλιτέχνη, αμέσως ξεφυτρώνουν τα ψεύτικα έργα. Λίγο αργότερα, άρχισαν να έρχονται συνέχεια στο εργαστήριο πλαστοί πίνακες του Παρθένη. Δυστυχώς ο αριθμός τους αυξάνεται συνέχεια, τους καταλαβαίνεις όμως από τον αποτυχημένο τρόπο που είναι φτιαγμένα συνήθως τα χέρια στις φιγούρες. «Φωνάζουν» τα ψεύτικα έργα αλλά ποιος ακούει;», μας λέει ο συντηρητής.

Μέσα στη δεκαετία του 1990 οι πλαστογράφοι εξελίχθηκαν πολύ. Βελτίωσαν τις μεθόδους τους, χρησιμοποίησαν νέα τεχνολογικά μέσα, αλλά και εκμεταλλεύτηκαν ταλαντούχους ζωγράφους από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ που ήρθαν στην Ελλάδα: «Στην αρχή έπαιρναν τους αλλοδαπούς και τους έδιναν μια γωνιά στο εργαστήρι για να αντιγράφουν έργα. Μόλις τα τελείωναν, τα πήγαιναν αλλού και τους προσέθεταν τις υπογραφές του τάδε ή του δείνα Ελληνα ζωγράφου. Σήμερα η κατάσταση είναι ανυπόφορη. Το 60% των έργων που μου φέρνουν να συντηρήσω είναι πλαστά. Βλέπω συνέχεια μπροστά μου ψεύτικους πίνακες του Γκίκα, του Μπουζιάνη, του Γαΐτη, του Τσαρούχη, του Παπαλουκά, του Γύζη. Δεν έχουν την πνοή που έχουν τα αυθεντικά έργα, τον «γραφικό χαρακτήρα» του ζωγράφου. Οι πινελιές είναι δειλές. Η άλλη δυσκολία των επιτήδειων είναι πως δεν μπορούν να κάνουν το χρώμα να «γεράσει». Ομως ακόμα και αν οι κάτοχοί τους υποψιάζονται ότι είναι σκάρτα, δεν θα ήθελαν ποτέ να το διερευνήσουν ή να το παραδεχθούν».

Δεν υπάρχουν σχόλια: