12/09/2009

Πολύτιμη συλλογή με... κλεμμένα έργα
Η πρόσφατη ληστεία στο ιδιωτικό μουσείο Emil G. B­hrle της Ζυρίχης φέρνει στο φως πώς απέκτησε τους πίνακες ο ιδρυτής του

Της Μαριλενας Ζ. Κασιματη*

Πριν από λίγες εβδομάδες συνέβη κάτι που είναι ο φόβος και ο τρόμος των μουσείων παγκοσμίως: Ληστεία έργων τέχνης κατά τις επισκέψιμες ώρες. Οχι πια μοναδικό κρούσμα –μετά την αρπαγή της «Κραυγής» του Mουνκ στο Οσλο– είναι το γεγονός ότι η ληστεία ήταν ένοπλη και μάλιστα σε μιαν άκρως φιλήσυχη περιοχή του κόσμου, την Ελβετία. Ενοπλες ληστείες γίνονται συνήθως σε τράπεζες, όπως γνωρίζουμε πολύ καλά και από (γραφικές πλέον) ταινίες γουέστερν. Μα μήπως και τα μουσεία δεν έχουν καταστεί πολύτιμα «θησαυροφυλάκια» αξιών, εκεί που έχουν φτάσει πια οι τιμές των έργων τέχνης; Αξίζει να εμβαθύνουμε πάνω στο στοιχείο συσσώρευσης (αν και αδρανούς) πλούτου ονομαστών συλλογών έργων τέχνης και στις συνθήκες φύλαξής τους, που απαιτούν πλέον ειδικευμένο και συνάμα ακριβοπληρωμένο προσωπικό με ταχύτατα ανακλαστικά, μια και θα διακινδυνεύουν την ίδια τη ζωή τους διαφυλάσσοντας τη ζωή των άλλων. Και τα μουσεία δεν είναι ούτε τράπεζες, αλλά ούτε αεροδρόμια, ώστε να μπορούν να επιβάλλουν σωματικό έλεγχο.

Κορυφαία έργα

Η ληστεία αυτή (εκλάπησαν όπως έχει ήδη γραφεί τέσσερα έργα: των C�zanne, Degas, Van Gogh και Monet, τα δύο τελευταία ήδη επεστράφησαν) ολοκληρώθηκε μέσα σε τρία λεπτά στην, τελικά όχι και τόσα καλά φυλασσόμενη, βίλα του Ιδρύματος Emil G. B­hrle, σε εξοχικό προάστιο της Ζυρίχη, όπου εκτίθετο η συλλογή του με κορυφαία έργα κυρίως του ιμπρεσιονισμού και μετα-ιμπρεσιονισμού. Ηδη έχει καταγραφεί ως η μεγαλύτερη ληστεία έργων τέχνης στην Ευρώπη.

Στην κατοχή του ιδρύματος αναφέρονται δώδεκα Renoir, δεκαεννέα C�zanne, δεκατέσσερις Degas, επτά Gauguin, δεκατέσσερις Van Gogh, δεκαπέντε Manet και δέκα Toulouse-Lautrec, αλλά και εξαίσιοι Hals, Canaletto, Tiepolo, Goya, Courbet, Kandinsky, Picasso, μεσαιωνικά και αρχαία κειμήλια. Μόνο τόσα! Ποιος αλήθεια ήταν αυτός ο Emil G. B­hrle, πώς και, κυρίως, πότε απέκτησε όλους αυτούς τους θησαυρούς και γιατί δεν ήταν ενταγμένοι σε ένα μεγαλύτερο μουσειακό συγκρότημα με δημόσιο χαρακτήρα, όπου δεν θα προκαλούσε τόσο τους ληστές; Γιατί στον διεθνή Τύπο υπήρξαν αποστροφές του τύπου: «Κλοπή των κλεμμένων» και τι ακριβώς υπονοούσαν;

Φίλος του Χίτλερ

Ο Emil G. B­hrle (1890–1956), Γερμανός εστέτ νιτσεϊκής αποκλίσεως, με σπουδές λογοτεχνίας και ιστορίας της τέχνης, εγκαταστάθηκε στη Ζυρίχη το 1924. Αμέσως ασχολήθηκε με πολύ πεζότερα πράματα από την αισθητική, όπως με την ανόρθωση του τότε ζημιογόνου εργοστασίου εργαλειομηχανών στο Oerlikon. Με ένα άκρως επιτυχημένο προϊόν που ήρθε την κατάλληλη στιγμή, τα αντιαεροπορικά κανόνια μικρού διαμετρήματος μαζί με τα αντίστοιχα βλήματα, κατάφερε σε δεκαπέντε χρόνια να γίνει από τους πλουσιότερους βιομηχάνους της νέας του πατρίδας.

Μέσα από την «ουδέτερη» Ελβετία προμήθευε από το 1936 και μετά χώρες σε όλες τις εμπόλεμες ζώνες –σε καθεστώτα φασιστικά ή κομμουνιστικά– με αποκορύφωμα το «τυχερό» 1938, όπου το εργοστάσιό του παρήγαγε τα πασίγνωστα αντιαεροπορικά κανόνια Oerlikon αποκλειστικά για τον γερμανικό στρατό. Υπήρξε, δε, και προσωπικός φίλος του Χίτλερ. Η περιουσία του το 1945 αποτιμήθηκε σε πάνω από 150 εκατομμύρια φράγκα. Αργότερα ειπώθηκε ότι έδωσε δουλειά σε πέντε χιλιάδες εργάτες και πλήρωσε και τους σχετικούς φόρους που απέρρευσαν από κέρδη πολεμικής βιομηχανίας...

Πάθος για τον ιμπρεσιονισμό

Και τότε θυμήθηκε το πάθος του για τον ιμπρεσιονισμό. Ο B­hrle απέκτησε το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής του (321 έργα) μετά τον πόλεμο. Από το 1952 αγόραζε μανιωδώς σχεδόν ένα πανάκριβο έργο την εβδομάδα. Καμία τιμή δεν στάθηκε απαγορευτική για τον πολυεκατομμυριούχο. Επρεπε να ξοδεύει πολλά για να ξεπλύνει ως ευεργέτης των τεχνών το έγκλημα της προσόδου μέσα από τον πακτωλό κερδών της βιομηχανίας όπλων. Στόχος του ήταν να επενδύσει σε πολύτιμους πίνακες, αποκτώντας έργα που όχι μόνο θα του έφερναν μακροπρόθεσμα οικονομικά οφέλη αλλά και την πολυπόθητη κοινωνική υπεραξία, τοποθετώντας τον επιτέλους στον ζηλευτό χώρο μιας κατηγορίας «φιλοτέχνων», που η φιλελεύθερη ελβετική κοινωνία του είχε αρνηθεί. Οι έμποροι, από την άλλη, τον πολιορκούσαν διαρκώς γιατί γνώριζαν ότι δεν θα ρωτούσε ποτέ για την προέλευση των έργων. Την εποχή εκείνη, όμως, τα περισσότερα έργα στην αγορά προέρχονταν είτε από κατασχεμένες εβραϊκές συλλογές είτε από ευρωπαϊκά μουσεία που είχαν καταληστευτεί από τους ναζί. Ο B­hrle, ωστόσο, αγόραζε μανιωδώς και αδίστακτα, αντίθετα με άλλους σημαντικούς Ελβετούς συλλέκτες που, προς τιμήν τους, αντιστάθηκαν γενναία σε ανάλογους πειρασμούς και σήμερα χαίρουν απεριόριστης εκτίμησης.

Ο αρχικός πυρήνας της συλλογής B­hrle, πάντως, δημιουργήθηκε στη διάρκεια του πολέμου. Καταφέρνει να αποκτήσει τα πρώτα του δεκατρία έργα, κλεμμένα από τους ναζί, που ανήκαν σε συλλογές Γαλλοεβραίων και είχαν φτάσει στην Ελβετία για να πουληθούν (σχετικά φτηνά ως προϊόντα κλεπταποδοχής) στη «διάσημη» γκαλερί της Λουκέρνης Theodor Fischer. Ο B­hrle την τιμούσε για το εξαίσιο ιμπρεσιονιστικό της εμπόρευμα. Στον πρόσφατο κατάλογο της συλλογής ωραιοποιείται εντέχνως η ιστορία των αποκτημάτων, ενώ στα λήμματα δίνονται εντελώς «αθώες» πληροφορίες για την προέλευση των έργων.

Το 1948 το Ανώτατο Δικαστήριο της Ελβετίας αποφάσισε ότι ο B­hrle όφειλε να επιστρέψει τα έργα στους ιδιοκτήτες τους και συγκεκριμένα στον Γάλλο γκαλερίστα Paul Rosenberg που ζούσε πια στη Νέα Υόρκη. Τα έργα επεστράφησαν. Ο B­hrle κατάφερε να αποδείξει το 1952 ότι είχε δράσει «καλή τη πίστει» και έτσι εισέπραξε από το ελβετικό κράτος και το 15% της αξίας τους! Το βεβαιωμένο πάθος του για τον ιμπρεσιονισμό, όμως, ήταν τόσο μεγάλο, ώστε ζήτησε και αγόρασε από τον Γάλλο ιδιοκτήτη, στον οποίο είχε αναγκαστεί να επιστρέψει τα τέσσερα από τα δεκατρία έργα που αναφέρονται στον κατάλογο της συλλογής. Μόνο που για κανένα από αυτά δεν δίνονται πληροφορίες ως προς την προέλευση. Αποδεικνύεται ότι έργα των Degas, Corot, Monet, Van Gogh, C�zanne, Courbet, Pissarro ανήκαν σε εβραϊκές συλλογές και είναι αυτά τα δεκατρία έργα που αποτέλεσαν και τον πυρήνα της συλλογής του.

Δωρητής χωρίς όνομα

Σήμερα η συλλογή B­hrle είναι μια από τις σημαντικότερες ιδιωτικές συλλογές του κόσμου, αξίας πολλών εκατομμυρίων φράγκων, μόνο που τελικά δεν κατάφερε να ενσωματωθεί στο Μουσείο Τέχνης της Ζυρίχης. Ως δωρεά προς την πόλη, ο B­hrle χρηματοδότησε σταδιακά ήδη το 1941 και τέλος το 1956 τη νέα πτέρυγα του Μουσείου της Ζυρίχης (Kunsthaus). Μόλις το 1945 κατάφερε, ύστερα από πολλές αντιστάσεις των πολιτών, να δεχτεί το Συμβούλιο της Πόλης ένα σεβαστό ποσό από την περιουσία του για την επέκταση του μουσείου. Ο τρόπος ήταν να αποσιωπήσει το όνομα του δωρητή! Ο B­hrle πέθανε ξαφνικά, το 1956, χωρίς να δει το τελειωμένο έργο.

Το 1958, και στη βίλα–μουσείο στα περίχωρα της Ζυρίχης, ήρθε αντιμέτωπη η κοινή γνώμη με ό,τι είχε «συλλέξει», άρα κεφαλαιοποιήσει ο φιλότεχνος αυτός ναζί με τα οπλικά του συστήματα. Στον τόμο που εκδόθηκε με την ευκαιρία των εγκαινίων, αθωώνεται για πρώτη φορά και χτίζεται από τους απογόνους και παραλήπτες της δωρεάς το είδωλο ενός αξιοπρεπούς ευεργέτη, μεγαλόψυχου χορηγού των τεχνών στην πόλη που τον ανέδειξε. Εντονη κριτική ασκήθηκε στο Ιδρυμα B­hrle το 1990, όταν επιλεγμένα έργα της συλλογής, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του δωρητή, περιόδευσαν στην Ουάσιγκτον, στο Μόντρεαλ, στο Τόκιο και το Λονδίνο, με χορηγία πολεμικής βιομηχανίας (πολλοί το βρήκαν κακόγουστο…). Ελκυστικότατος θα μπορούσε να θεωρηθεί και ο τίτλος της έκθεσης: «The Passionate Eye»... Φιλύποπτοι όσο και πληροφορημένοι όμως οι Αμερικανοί, διοργάνωσαν πορεία διαμαρτυρίας μπροστά από τη National Gallery της Ουάσιγκτον. Ο Τύπος έγραφε τότε ότι επιχειρείται ο εξαγνισμός, αλλά και η οικονομική ανάκαμψή της.

Η μοναδική έξοδος

Αυτή ήταν και η μοναδική –μέχρι στιγμής– έξοδος ολόκληρης της συλλογής από την Ελβετία μετά το 1989, εποχή που ετέθησαν στην Ελβετία, ύστερα από αμερικανικές πιέσεις, τα ζητήματα επιστροφής πολιτιστικών αγαθών στους Εβραίους και έργων που είχαν αρπαγεί από τους ναζί (όπως στα μουσεία της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, Ερμιτάζ, Τρέτγιακοφ κ.ά.). Στην ιστοσελίδα www.lostart.org καταγράφονται πλέον όλα τα καλλιτεχνικά αντικείμενα που αναζητούνται διεθνώς, ακόμα και από την Ελλάδα.

Μεμονωμένα έργα ζητούνται πάντως σποραδικά για δανεισμό από το Ιδρυμα B­hrle, όπως έγινε πρόσφατα με την έκθεση «Courbet» στο παρισινό Grand Palais. Φευγαλέα μόνο αναφορά γίνεται εξάλλου στο όνομα προέλευσης της συλλογής... Αναμφισβήτητα, με τη δοκιμαστική μεγάλη περιοδεία της συλλογής το 1990, επιχειρήθηκε μια επιθετική όσο και θεαματική καμπάνια του ιδρύματος στο επίπεδο των δημοσίων σχέσεων που, φευ, απέτυχε. Η οικογένεια, φανερά ενοχλημένη από τις έντονες πολιτικές πιέσεις που ασκήθηκαν, διερευνά την πιθανότητα μετανάστευσης της συλλογής έξω από την Ελβετία. Η πρόσφατη ληστεία πάντως, που στάθηκε αφορμή για την επανεξέταση της βεβαρημένης από το μεγαλύτερο έγκλημα του 20ού αιώνα συλλογής, είναι βέβαιο ότι θα αναβάλει επ’ αόριστον οποιαδήποτε μελλοντικά σχέδια.

-Τα επιμέρους στοιχεία έχουν συγκεντρωθεί από άρθρα στον ελβετικό Τύπο (1997-2008) και καταλόγους εκθέσεων: «Degenerate Art: The Fate of the Avant-Garde in Nazi Germany», επιμέλεια: Stephanie Barron, Λος Αντζελες 1991, Βερολίνο 1992, και «The Passionate Eye, Impressionist and Other Masterpaintings from the B­hrle Collection», Ζυρίχη - Μόναχο 1990.

* Η κ. Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη είναι επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: